19.5.11

Σακιά


"Τα σακιά" της Ιωάννας Καρυστιάνη είναι ένα μυθιστόρημα που ιδιαίτερα ακούστηκε τους τελευταίους μήνες. Γενικά, άλλωστε, όλα τα βιβλία της Καρυστιάνη απασχολούν το βιβλιόφιλο κοινό, θα έλεγα μάλιστα πως η εκ Κρήτης συγγραφέας είναι μια από τις πλέον αγαπημένες τόσο αυτών που τους αρέσει η ποιοτική ελληνική λογοτεχνία, όσο και των κριτικών και των δημοσιογράφων
Η βράβευσή της με το βραβείο μυθιστορήματος του Διαβάζω, δεν μπορεί,λοιπόν, να θεωρηθεί έκπληξη. Μα ούτε κι άδικη.
Δεν έχω διαβάσει όλα τα άλλα υποψήφια μυθιστορήματα, κάποια μόνο από αυτά, αλλά δεν μπορώ να ισχυριστώ πως "Τα σακιά" δεν αξίζανε μιας διάκρισης, άσχετα αν ήταν το πιο καλό ή όχι μυθιστόρημα του 2010. Άλλωστε το πιο καλό είναι πάντα μια έννοια σχετική και σίγουρα εκτός της λογικής μιας ουσιαστικής ανάγνωσης λογοτεχνικών έργων.
Ως υπεύθυνος δύο λεσχών ανάγνωσης και ως μέλος μιας τρίτης, είχα μάλλον καθυστερημένα διαβάσει αυτό το βιβλίο. Η θεματική των έργων της Καρυστιάνη δεν με ενθουσιάζει και όποτε έχω διαβάσει δικό της έργο, έμεινα κυρίως στα τεχνικά στοιχεία της εκάστοτε μυθιστορηματικής σύνθεσης και πολύ λίγο με κέρδισε η συναισθημητική διάσταση θέματος και χαρακτήρων.
Σε γενικές γραμμές και με γνώση ότι ίσως απλουστεύω, θεωρώ πως ένα μυθιστόρημα μπορεί να θεωρηθεί ως επιτυχημένο αν διαθέτει:
α/ Μια πλούσια και εύπλαστη γλώσσα
β/ Μια καλοζυγισμένη δομή
γ/ Χαρακτήρες που πείθουν για την συνέπεια πράξεων και συναισθημάτων τους.
Από τα τρία αυτά στοιχεία, τα "Σακιά" διαθέτουν σε άψογο, τέλειο βαθμό το α και το β. Αλλά η υλοποίηση της τρίτης προϋπόθεσης, θεωρώ πως δεν είναι ικανοποιητική.
Τα δυο κεντρικά πρόσωπα -μάνα και γιος- όσο παρακολουθούμε την πριν από τους βιασμούς ζωή τους, μένουν θα έλεγε κανείς εκτός του δράματος που πρόκειται να επακολουθήσει. Χαρακτήρες ρηχοί, καθημερινοί, ανερμάτιστοι... Γιατί μια γυναίκα σαν τη μάνα του μυθιστορήματος μπορεί να θεωρηθεί υπαίτια της δημιουργίας ενός βιαστή και μάλιστα κατ΄εξακολούθηση; Πώς μπορώ εγώ ο αναγνώστης να σκιαγραφήσω το προφίλ ενός βιαστή μέσα από όσα διαβάζω πως έζησε ο νεαρός ήρωας της Καρυστιάνη.
Αντίθετα, από τη στιγμή που τα εγκλήματα αποκαλύπτονται, τα δυο βασικά πρόσωπα λες και παίρνουν την εξιστόρηση της ζωής και των παθών τους στα δικά τους χέρια και μας αυτοπαρουσιάζονται με τρόπο συγκλονιστικό.
Το είχα παρατηρήσει και σε κάποια άλλα από τα προηγούμενα έργα της Ιωάννας Καρυστιάνη. Η τεχνική και η γλώσσα πάντα προσεγμένες, σκηνοθετημένες , θα έλεγα, με μαεστρία. Αλλά οι ήρωες κυκλοφορούν αμήχανα. Περισσότερο δηλώνουν το ποιοι είναι και λιγότερο το ζούνε.
Αλλά μένουν πάντοτε με την αξία τους τα άλλα δύο στοιχεία του έργου. Και επειδή τις πιο πολλές φορές και στα περισσότερα λογοτεχνικά έργα των συγγραφέων μας, όχι μόνο η ανάπτυξη των χαρακτήρων υστερεί, αλλά και κακοποιείται και η δομή, κάποτε, κάποτε και η γλώσσα, η βράβευση αυτού του μυθιστορήματος μπορεί άνετα να ικανοποιήσει κάποιον που
πιστεύει πως ένα βραβείο πρέπει κυρίως να εκφράζει την άποψη του για το πως αξίζει να διανορφώνεται ο χώρος, δημιούργημα του οποίου κάθε φορά τιμά και ξεχωρίζει.

Βραβεύτηκαν τα σύμβολα...






Μπορεί, λοιπόν, να μην ήμουνα παρών στην απονομή των βραβείων του Διαβάζω, αλλά πολύ σύντομα έμαθα ποια ήταν τα βιβλία που βραβευτήκανε και ικανοποιήθηκα που το "Δέντρο το Μονάχο" της Μαρίας Παπαγιάννη κέρδισε την τιμητική διάκριση βιβλίου για μεγάλα παιδιά και εφήβους. Και ικανοποιήθηκα κυρίως από το γεγονός πως το συγκεκριμένο λογοτεχνικό έργο είναι ένα μυθιστόρημα που στηρίζεται σε σύμβολα και σε στοιχεία μαγικά.



Σε μια εποχή όπου παιδιά και έφηβοι (όπως και οι ενήλικες, άλλωστε) βομβαρδίζονται από γεγονότα που αφορούν κυρίως οικονομία και στείρα πολιτική, το να διακρίνεται ένα κείμενο που αφορά τα σύμβολα και αναγιγνώσκει τον κόσμο μέσα από τα μάτια ενός μαγικού ρεαλισμού, είναι κάτι το ελπιδοφόρο.



Νομίζω πως αν κάτι πρέπει να διαθέτει στις μέρες μας ένα μυθιστόρημα για εφήβους είναι από τη μια αυτή η ελπιδοφόρα φαντασία που συνδέει το διαχρονικό με το επίκαιρο και από την άλλη μια ουμανιστική ανάλυση των κοινωνικών δομών.



Η καλύτερες επαναστάσεις ήταν αυτές που βασίστηκαν στο Όνειρο και την Ιδέα.



Κάτι ακόμα θετικό που διαθέτει (σε αυτό, όπως και σε κάποια προηγούμενα βιβλία) η γραφή της Παπαγιαννη είναι πως δεν επιζητά να κατέβει προς το επίπεδο μιας εύκολης προσέγγισης με τον αναγνώστη της, αλλά τον τραβά , λες, προς την πλευρά μιας λογοτεχνίας που πίσω από τις φανερές περιγραφές, κρύβει και κάποια μυστικά περάσματα.