28.11.12

Συνέντευξη στο http://polispost.com


Άνθρωπος των γραμμάτων και του πνεύματος, δίχως παρωπίδες! Προσηνής, μειλίχιος και οπωσδήποτε όχι παθητικός απέναντι στην σημερινή σκληρή πραγματικότητα. Ο Μάνος Κοντολέων, δείχνει να πιστεύει στην δράση και προσφέρει αγάπη με έργα που δεν μπορούν απλώς να αποτυπωθούν σ'ένα λευκό χαρτί, αλλά μένουν για πάντα χαραγμένα στο βιβλίο της ζωής...
Ένας άνθρωπος των θετικών επιστημών όπως εσείς, που αποφοιτήσατε από το τμήμα Φυσικής, πώς παίρνει την απόφαση να ξεκινήσει να γράφει;

Θα έλεγα πως το σωστό είναι να με ρωτούσατε πώς ένας νέος που ήξερε ότι μόνο με τη λογοτεχνία ήθελε να ασχοληθεί, βρέθηκε να σπουδάζει Φυσική στο Πανεπιστήμιο. Αν με ρωτούσατε κάτι τέτοιο, θα σας απαντούσα πως πρόκειται για στρεβλώσεις του συστήματος (εκπαιδευτικού, κοινωνικού, οικογενειακού).

Η κρίση των αξιών ή της οικονομίας θεωρείτε πως επηρεάζει την σύγχρονη λογοτεχνία;
Η λογοτεχνία ενεργοποιείται από αυτό που συμβαίνει στη ζωή τόσο των συγγραφέων της, όσο και των αναγνωστών της. Άρα, η κρίση που βιώνουμε σίγουρα θα επηρεάσει και τα έργα που θα γράψουμε.

Τί επιλέγετε να διαβάσετε στον ελεύθερο χρόνο σας και τί παρακολουθείτε στην τηλεόραση;
Τηλεόραση δεν παρακολουθώ, παρά ελάχιστα και σποραδικά. Διαβάζω ιστορία, φιλοσοφία, δοκίμια φιλοσοφίας και κριτικής.

Είστε αντιπρόεδρος του ελληνικού τμήματος της Unicef. Πείτε μας για την δράση της αυτή την περίοδο και για το τί απαιτείται να προσφέρουμε όλοι εμείς.
Η ανάγκη να συμπαρασταθούμε στον συνάνθρωπό μας και μάλιστα σε αυτόν που είναι ακόμα παιδί, γίνεται επιτακτική σε περιόδους όπου η κρίση ξεφεύγει από τις χώρες τις μακρινές και απλώνεται και στις κοντινές μας, στη δική μας. Η ανθρωπιά σώζει. Η Unicef ζητά αυτή την ανθρωπιά να την κρατάμε ζωντανή και ενεργή.

Μιλήστε μας για το τελευταίο βιβλίο σας και για ό,τι νέο ετοιμάζετε.
Εδώ και μερικές ημέρες κυκλοφορεί ένα παιδικό βιβλίο. Είναι μια ιστορία που ακουμπά τους στόχους της Unicef, αλλά και που μιλά για τη στενή σχέση που μπορεί να συνδέει δυο γενιές. Ο τίτλος του είναι "Κόκκινο καραβάκι, κόκκινο ποδήλατο" και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός. Την άνοιξη του 2013 από τις εκδόσεις Πατάκη, έχει προγραμματισθεί να κυκλοφορήσουν δυο νέα μου βιβλία. Ένα παιδικό με τίτλο "Μάνο και Μανολίτο" και ένα μυθιστόρημα για ενήλικες με τίτλο "Μέλι κόλλησε στα χείλια". Έντονα συμβολικό και ποιητικό το πρώτο, έντονα ρεαλιστικό και κοινωνικό-ερωτικό το δεύτερο.

Δυο λόγια για το polispost και τους αναγνώστες του.
Ένας συγγραφέας αυτό που θέλει να πει και να μοιραστεί με τους άλλους, το γράφει μέσα στα βιβλία του.



                                         ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΠΡΟΥΣΤ (ΠΕΙΡΑΓΜΕΝΗ ΕΚΔΟΧΗ...)

Περιγράψτε με τρείς λέξεις τον εαυτό σας.
Καταπιεστικός, γι'αυτούς που αγαπώ.
Κυκλοθυμικός, με τον εαυτό μου.
Απαιτητικός, σε ό,τι γράφω.

Ποιά είναι η καλύτερη συμβουλή που σας έχουν δώσει και από ποιόν;
"Να ζητάς πάντα κάτι που θα είναι λογικό". Από τον πατέρα μου.

Ποιό εν ζωή πρόσωπο εκτιμάτε/απεχθάνεστε περισσότερο (οικείο-μη) και γιατί;
Εκτιμώ αυτούς που αγαπώ. Απεχθάνομαι τους φτηνούς, τους χυδαίους, τους ψεύτες, τους δήθεν.

Αν δεν ήσασταν εσείς, ποιός θα θέλατε να είστε και γιατί;
Δεν μπορώ να φανταστώ κάπως αλλιώς να είναι ο εαυτός μου.

Ποιός ο ιδανικός τόπος και ποιά η ιδανική χρονική περίοδος να ζήσετε και γιατί;
Για να επιλέξω τόπο και χρόνο, θα έπρεπε να είχα ζήσει σε πολλά μέρη και σε πολλές περιόδους. Ζω στην Ελλάδα του σήμερα.

Με ποιό φυσικό ταλέντο θα θέλατε να είστε προικισμένος και γιατί;
Α, δεν ξέρω αν είναι ταλέντο, αλλά θα ήθελα να τρώω πολλά γλυκά χωρίς να παχαίνω.

Οικογένεια ή φίλοι και γιατί;
Και οικογένεια και φίλοι! Δεν υπάρχει γιατί... Γιατί έτσι!

Φοβάστε τον θάνατο;
Πολύ!

Το αγαπημένο σας μόττο-απόφθεγμα;
Τίποτα από εμένα δεν φαίνεται...

Αν είχατε την δύναμη να αλλάξετε δυο πράγματα από την εποχή μας, ποιά θα ήταν αυτά και γιατί;
Θα ήθελα να είχα την δύναμη να πείσω τους συνανθρώπους μου να επαναστατήσουν. Το γιατί μπορεί εύκολα ο καθένας να το φανταστεί...

http//polispost.com/article/4583/synenteyksi-28112012




25.11.12

Μουρακάμι -μια δεύτερη ανάγνωση




Χαρούκι Μουρακάμι
«Νότια των συνόρων, δυτικά του ήλιου»
μετάφραση: Βασίλης Κιμούλης
Εκδόσεις Ωκεανίδα

Τρία χρόνια τώρα έχω την ευθύνη του συντονισμού σε μια Λέσχη Ανάγνωσης που την φροντίζει η Βιβλιοθήκη "Καίτη Λασκαρίδου" στο υπέροχο νεοκλασικό της οδού Πραξιτέλους στον Πειραιά.
Μου αρέσει να συμμετέχω σε τέτοιες Λέσχες. Μου αρέσει να μοιράζομαι σκέψεις και συναισθήματα που δημιουργεί η ανάγνωση ενός λογοτεχνικού έργου.
Αλλά προχτές αυτό που συνέβη στη Λέσχη ήταν κάτι παραπάνω από μοίρασμα σκέψης και συναισθήματος.
Μιλούσαμε για το μυθιστόρημα του Μουρακάμι «Νότια των συνόρων, δυτικά του ήλιου», για το οποίο είχα εδώ και κάμποσο καιρό εκφράσει τις απόψεις μου σε αυτό το blog.
Μεταξύ των άλλων είχα τότε σημειώσει:

Η ιστορία ενός κοντά σαραντάχρονου γιαπωνέζου, εκπρόσωπου της σημερινής μεγαλοαστικής τάξης, δίνεται μέσα από την καταγραφή των σχέσεών του με τις τρεις γυναίκες – ερωτικές συντρόφους του.
...χαϊδεμένες μεν, αλλά συνετές κόρες πλούσιων μπαμπάδων, διαθέτουν μια μυστηριώδη γοητεία και αφήνονται –όταν αυτές το αποφασίσουν- στους παραδοσιακούς ρόλους θηλυκών εκφράσεων ερωτικής προσφοράς.
Λοιπόν, από τότε κάτι υπήρχε στο όλο έργο που με έκανε να μην είμαι σίγουρος πως το είχα κατανοήσει.
Κι αυτό το κάτι η συζήτηση με 20 άλλους αναγνώστες με έκανε -μας έκανε, στην ουσία- να το ανακαλύψω.
Και έτσι το ίδιο έργο απέκτησε μια άλλη διάσταση, καθώς το κεντρικό γυναικείο πρόσωπο του έργου αποφασίσαμε να το δούμε όχι ως μια γυναίκα πραγματική, αλλά ως ένα είδωλο γυναίκας που ο ίδιος ο ήρωας έστησε για να μπορέσει να οδηγήσει τον εαυτό του στην τελική συγκατάβαση.
Αυτό που ο Μουρακάμι εν τέλει καταθέτει είναι κάτι βαθύτερο από ένα "γαλάζιο" μυθιστόρημα (όπως είχα βιαστεί να διατυπώσω). Κάτι πολύ βαθύτερο. Είναι η πορεία ενός σύγχρονου παγκοσμιοποιημένου άντρα προς την αυτογνωσία του συμβιβασμού του.
Κι έτσι βέβαια, ξετυλίχτηκε στα μάτια και των 20 μελών της ομάδας, η αφάνταστη μαεστρία ενός αληθινού και μεγάλου και ευρηματικού συγγραφέα.
Ας το πως ξεκάθαρα -για κάτι τέτοιες ανακαλύψεις αξίζουν να υπάρχουν οι Λέσχες Ανάγνωσης.  Οι όποιες άλλες παρεμβάσεις τους στο χώρο του βιβλίου, μπορεί να έχουν μια σημασία, αλλά είναι δευτερεύουσα.




14.11.12

Ο Παραμυθητής για το Κόκκινο Καραβάκι

Αυτό το βιβλίο να το διαβάσετε δυνατά.
Να μπουν τα λόγια στη καρδιά και στο μυαλό σας.
Όταν οι αλήθειες λέγονται με παραμύθια
γίνονται πιο γλυκές.

Είναι παραμονές Χριστουγέννων και ο μικρός Μάνος
διάλεξε με τη μαμά του ένα στολίδι για να στολίσει
το χριστουγεννιάτικο δέντρο της τάξης του.
Έπειτα την μέρα που θα κλείσουν τα σχολεία για τις γιορτές
η δασκάλα θα μοιράσει τα στολίδια σε παιδιά
που έχουν έρθει από ξένα μέρη και δεν έχουν χρήματα
για να αγοράσουν στολίδια και δέντρο.
Ο Μάνος βρήκε και διαλέξε με τη μαμά του ένα καραβάκι..''Ένα καραβάκι φτιαγμένο από χαρτόνι,
πασπαλισμένο με χρυσόσκονη και με πανιά χάρτινα
κι αυτά, μα κατακόκκινα -ένα λαμπερό,
σαν φωτιά, κόκκινο χρώμα είχαν τα πανιά του.
Το είχε βρει. Μαζί με τη μανούλα του το είχαν βρει
και διαλέξει. Και να, τώρα το είχε ακουμπήσει εδώ δίπλα του. Πάνω στο χαλί, κάτω από το δέντρο

που η μητέρα στόλιζε με τα άλλα τα στολίδια
ου είχαν αγοράσει.'' (απόσπασμα από το βιβλίο)

Όμως κάτι ιδιαίτερο είχε αυτό το καραβάκι.
Ο Μάνος ήταν σχεδόν σίγουρος πως ένα βράδυ
το είδε να δακρύζει. Όχι, δεν μπορεί να το εγκαταλείψει..
Το καραβάκι είναι τόσο σημαντικό για αυτόν.
Είναι κάτι που διάλεξε με τη μανούλα του,
και δεν μπορεί να το αποχωριστεί.
Το σκέφτεται με λύπη πάνω στη θεατρική σκηνή
της χριστουγεννιάτικης σχολικής γιορτής,
ακόμη και την παραμονή Χριστουγέννων.
Ούτε το μεγάλο πακέτο που του έφερε ο παππούς του,
για το οποίο ήταν σίγουρος ότι έκρυβε ένα κόκκινο ποδήλατο δεν κατάφερε να τον κάνει να ξεχάσει
το όμορφο κόκκινο καραβάκι.. που ένοιωθε παρατημένο.

Βλέπετε ο μικρός Μάνος περιμένει αδελφούλα,
η οποία θα γεννηθεί αρχές καλοκαιριού και ο Μάνος φοβάται ότι θα χάσει την αγάπη
της μανούλας του και του πατερούλη του, όπως ακριβώς το κόκκινο καραβάκι
που έμεινε μοναχό του και ξεχασμένο.
''Το διαλέξανε με τη μητέρα του και τώρα  ποιός ξέρει που να είναι!''

Το βιβλίο του Μάνου Κοντολέων ''Κόκκινο καραβάκι, κόκκινο ποδήλατο'', αγκαλιάζει με τρυφερότητα τη παιδική αθωότητα και την ανασφάλεια ενός παιδιού, που νοιώθει ότι η αγάπη των γονιών του είναι το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο.
Δεν ξέρει όμως πως όσο πιο μεγάλη αγάπη δώσει κάποιος, τόσο πιο πολλή αγάπη θα πάρει.
Επίσης, πως όταν μοιράζεσαι την αγάπη  και την χαρά αυτή μεγαλώνει.
Στο βιβλίο ξεχωρίζουν η σχέση του μικρού Μάνου  με τον μεγάλο Μάνο, τον παππού του,
που τον προσεγγίζει με σεβασμό. Μαζί επισκέπτονται τον καταυλισμό των προσφύγων
για να βρουν το κόκκινο καραβάκι, και βέβαια το τέλος του βιβλίου όπου το κόκκινο ποδήλατο θα βρεθεί δίπλα στο κόκκινο καραβάκι για να του κάνει παρέα.

Δεν είναι μια χριστουγεννιάτικη ιστορία, δεν είναι ένα χαριτωμένο παραμύθι για να προετοιμάσετε
το παιδί σας για τον ερχομό του αδερφού του..
Είναι ένα κομμάτι της ψυχολογίας των περισσότερων ανθρώπων που φοβόμαστε να μοιραστούμε
γιατί έτσι νομίζουμε ότι χάνουμε.
Σκεφτόμαστε τον εαυτό μας, πως θα διατηρήσουμε αυτά που έχουμε, και πως θα αποκτήσουμε ακόμη περισσότερα που ξεχνάμε τους συνανθρώπους μας, ξεχνάμε ότι είμαστε κομμάτι του κόσμου.. Πλησιάζουν οι γιορτές και εμείς σκεφτόμαστε πώς θα στολίσουμε το σπίτι μας,
και με τι χρήματα θα αγοράσουμε τα δώρα μας και αποφεύγουμε να σκεφτούμε γιατί δεν θέλουμε
να το κάνουμε πως υπάρχουν σπιτικά  χωρίς τα απαραίτητα αγαθά της επιβίωσης.
Υπάρχει όμως ελπίδα.. γιατί πρόκειται για μια ημιτελή ιστορία..  όπως αυτή του παππού Μάνου
που ο μικρός Μάνος έδωσε το φινάλε.
Η δική σας ιστορία πώς θα τελειώσει;

Ο συγγραφέας στήνει σιγά σιγά την πλοκή της ιστορίας, αυξάνοντας την περιέργεια και την αγωνία.
Ο αναγνώστης νοιώθει συμπόνια για τον Μάνο, όμως πιστεύω νοιώθει και σιγουριά ότι θα ''κατανοήσει'' τι σημαίνει να αγαπάς  και να μοιράζεσαι. Μέχρι όμως να φτάσει στη συνειδητοποίηση βιώνουμε μαζί του μια σειρά γεγονότων πολύ συγκινητικών και ρεαλιστικών.

Η γλώσσα του κειμένου είναι λιτή αλλά όχι απλή, με πολλά επίθετα που αγκαλιάζουν τις λέξεις και κουβαλούν πολύ συναίσθημα.
Η εικονογράφος Μυρτώ Δεληβοριά έχει επιμεληθεί τις ζωγραφιές του βιβλίου οι οποίες δεν θα μπορούσαν να αποδώσουν καλύτερα την αίσθηση της ιστορίας.
Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός
Μέρος των εσόδων από το βιβλίο  θα διατεθούν στη Unicef.

Καλή ανάγνωση!

 Δημοσιεύτηκε στο blog http://paramythitis.blogspot.gr/


11.11.12

Ο τρίτος άνθρωπος -το βιβλίο και η ταινία


Υπάρχει για γενική άποψη πως τα περισσότερα μυθιστορήματα που μεταφέρονται στον κινηματογράφο είναι καλύτερα από τις ταινίες που βασίζονται σε αυτά.

Και ίσως να είναι κάπως έτσι. Αλλά υπάρχουν και εξαιρέσεις.
Μυθιστορήματα που ευτύχησαν στη κινηματογραφική τους μεταφορά, όπως για παράδειγμα η "Οδύσσεια του Διαστήματος" όπου η ταινία που υπέγραψε ο Κιούμπρικ είναι σαφώς σημαντικότερος σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου απ΄ ότι είναι το έργο του Κλαρκ για τη λογοτεχνία.
Άλλοτε πάλι μυθιστόρημα και ταινία έχουν την ίδια αξία -εδώ θυμάμαι το "Όσα παίρνει ο άνεμος", όπου η Σκάρλετ Ο' Χάρα και ο Ρετ Μπάτλερ κρατούν την μυθιστορηματική τους αυτονομία, ενώ είναι και απόλυτα ταυτισμένοι με τις μορφές της Βίβιαν Λη και του Κλαρκ Γκέημπλ.
Άλλοτε πάλι ένα πολύ καλό μυθιστόρημα όπως το "Σολάρις" του Στανισλάβ Λεμ, στέκεται η αφορμή να δημιουργηθεί μια μοναδική ταινία -"Σολάρις" του Αντρέι Ταρκόφσκι.
Τα σκέφτηκα όλα αυτά όταν αποφάσισα να διαβάσω ένα μυθιστόρημα που διαθέτει μια διαχρονική αξία, ακριβώς γιατί την ίδια διαχρονική αξία έχει και η ταινία που πάνω του δημιουργήθηκε.
Στο βιβλίο και ταινία "Ο τρίτος άνθρωπος" αναφέρομαι.
Το βιβλίο γράφτηκε από τον Γκράχαμ Γκριν.
Η ταινία έχει τη υπογραφή του Κάρολ Ριντ.
Ο Ριντ έχει γυρίσει μια από τις ταινίες εκείνες που συντρόφευαν τα παιδικά μου χρόνια -"Βαριετέ" (1956) με ένα μοναδικό τρίο ηθοποιών. Λάγκαστερ, Κέρτις, Λολομπριγκίτα.
Αλλά ο "Τρίτος άνθρωπος" ίσως να είναι η ταινία που τον σημάδεψε.
Από την άλλη ο Γκριν είναι ένας μάστορας του μυθιστορήματος αγωνίας. Είδος που του χάρισε ένα βάθος καθώς το εμπλούτισε με προβληματισμούς άλλοτε θρησκευτικούς και άλλοτε ηθικούς.
Σε ένα τέτοιο είδους προβληματισμό στηρίζεται και "Ο τρίτος άνθρωπος".
Αναζήτησα, λοιπόν, πρώτα την ανάγνωση και μετά την παρακολούθηση.
Δεν είμαι λάτρης των αστυνομικών μυθιστορημάτων. Παρόλα αυτά το μυθιστόρημα του Γκριν μου κράτησε το ενδιαφέρον. Αλλά δεν μπόρεσε να με πείσει πως αυτό ήταν η αιτία που ο τίτλος "Ο τρίτος άνθρωπος" διαθέτει ένα τόσο μεγάλο κύρος. Ο στόχος ήταν προφανής, τα πρόσωπα κάπως επιδερμικά παρουσιασμένα. Και έμενε μονάχα το εύρημα των υπονόμων να κάνει την καρδιά ενός βιβλιόφιλου να σκιρτά ένωνε το Παρίσι του Ιαβέρη με τη Βιέννη του Χάρυ Λάιμ.
Σειρά είχε η ταινία. Το είδος του φιλμ νουάρ μου αρέσει. Αλλά αυτό που παρακολούθησα ξέφευγε από μια απλή ατμοσφαιρική ταινία κατασκοπίας κλπ.
Ο Ριντ φτιάχνει ένα σύνολο εικόνων όπου η βομβαρδισμένη Βιέννη γίνεται μια πόλη που δεν θέλει να πεθάνει την ίδια ώρα που αντιστέκεται σε μια αναγέννησή της. Παίζει με τις σκιές. Με σκιές φωτίζει δρόμους, κτήρια και -κυρίως- ανθρώπινα πρόσωπα.
Και ακόμα κάνει κάτι το αφάνταστα ευρηματικό. Χρησιμοποιεί μια μουσική που ενώ παρακολουθεί τις σκοτεινές πληγές μιας πόλης του Βορρά, παράλληλα στέλνει τους ήχους ένα αισιόδοξου και έντονα μαχητικού νότου.
Και βέβαια υπάρχει μια επιτυχημένη επιλογή ηθοποιών -δεν είναι τυχαίο που ο Όρσον Ουέλες, αν και σε ρόλο δεύτερο όχι μόνο κλέβει την παράσταση μα και κατορθώνει όλη η ταινία να γίνει μια αναφορά σε αυτόν.
Βέβαια -θα πρέπει να το πω κι αυτό- ο Γκριν είχε δηλώσει πως ο "Τρίτος άνθρωπος" γράφτηκε για να χρησιμοποιηθεί ως σενάριο. Απλούστατα ο ίδιος δεν μπορούσε να γράψει σενάριο προτού δει όλη την υπόθεση με τη μορφή ενός μυθιστορήματος.
Ριντ και Γκριν συνεργάστηκαν και σε μια ακόμα ταινία -"Ο άνθρωπός μας στην Αβάνα".
Μήτε το έργο έχω δει, ούτε και το μυθιστόρημα διαβάσει.
Θα το κάνω σύντομα.
Θέλω να δώσω μια ακόμα ευκαιρία στη λογοτεχνία να πάρει πίσω το αίμα της από το σινεμά.

8.11.12

Σαν τη βροχή πριν πέσει




Τζόναθαν Κόου
"Σαν τη βροχή πριν πέσει
μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου
Εκδόσεις Πόλις


Δεν είναι ο Κόου από τους συγγραφείς που αγαπώ. Μάλλον φλύαρο τον θεωρώ και πιστεύω πως πιάνει θέματα ενδιαφέροντα που όμως τα αναπτύσσει με έναν κάπως επιφανειακό τρόπο.
Αρέσει όμως σε ένα πλατύ κοινό. Κι ανάμεσα σε αυτούς που τον αγαπούν υπάρχουν και αναγνώστες απαιτητικοί.
Άρα μπορεί να είμαι εγώ η εξαίρεση. Εγώ να κάνω λάθος.
Όπως και να είναι, αυτό το μυθιστόρημά του -"Σαν τη βροχή πριν πέσει"- εμένα μου άρεσε.
Και δεν ξαφνιάζομια, λοιπόν, που οι φανατικοί θαυμαστές του το θεωρούν βιβλίο που δεν μπορούν να πιστέψουν πως ο αγαπημένος τους συγγραφέας το έχει γράψει.
Λείπει εδώ ο έντονος σαρκασμός, απουσιάζει η εμφανής πολιτική στάση.
Φλύαρο κι αυτό το βρήκα. Αλλά από την άλλη είχε μια τόσο έντονη ατμόσφαιρα εξομολογήσεων που με έκανε να το αγαπήσω.
Ιστορίες τριών, τεσσάρων γυναικών... Στο δεύτερο μισό του 20ου αιωνα. Στην Αγγλία βασικά.
Ιστορίες που συνδέουν μάνες με κόρες. Φιλενάδες με φιλενάδες. Γυναικές που αγαπούν τον έρωτα να τον ανακαλύπτουν στο σώμα άλλων γυναικών.
Γυναίκες που προσπαθούν να μεταφέρουν την εμπειρία τους η μια στην άλλη.
Γυναίκες που οι άντρες ή τις απογοήτευσαν ή τις πλήγωσαν ή πέρασαν δίπλα τους χωρίς καν να τις δούνε.
Κι αυτές τις εμπειρίες η μια θέλει να τις μεταγγίσει στην άλλη.
Αλλά η ζωή δεν είναι παραμύθι να το αφηγηθείς.
Αν προσπαθήσεις να την κλείσεις μέσα σε μια σειρά φωτογραφιών, το μόνο που θα επιτύχεις είναι φασματικές αναπαραστάσεις της.
Κι ότι θα θελήσεις να το εμποδίσεις να συμβεί στον άνθρωπο που σε ακολουθεί και εσύ τον αγαπάς και θες να τον προστατεύσεις, αυτό θα βρει τρόπο να κάνει εμφανή την παρουσία του.
Τη βροχή την αισθάνεσαι πάνω στο δέρμα σου.
Ότι δεν το έχεις με τον ίδιο τρόπο βιώσει, τότε δεν υπάρχει.
Είναι σαν τη βροχή πριν πέσει...
Ατμοσφαιρικό, λοιπόν, μυθιστόρημα και με έντονους όσο και πολλούς χαρακτήρες.
Δεν είναι εύκολο γα ένα συγγραφέρα να κινήσει τόσο πολλά πρόσωπα συγχρόνως και να μπορέσει το καθένα να το κάνει μια ξεχωριστή προσωπικότητα ικανή να μιλήσει με δύναμη για τα πάθη, τα λάθη, τα όνειρά της.
Τελικά πρέπει να το παραδεχτώ.
Ο Κόου είναι με τον δικό του τρόπο ένα μάστορας.
Αλλά εγώ εξακολουθώ να μην τον αγαπώ.
Καθόλου παράξενο. Τα βιβλία και οι ήρωές τους είναι σαν τη ζωή.
Με όλους τους ανθρώπους που εκτιμούμε τη δουλειά τους, δεν σημαίνει και πως με όλους τους θέλουμε να κάνουμε παρέα.
  

6.11.12

Η μικρή Ελένη για το "Κόκκινο καραβάκι, κόκκινο ποδήλατο"




(αναδημοσίευση από το http://miaforakienankairoimikrieleni.blogspot.gr/ )

Όταν ξεκίνησα να διαβάζω παιδικά βιβλία πριν απο τρία χρόνια, δεν αισθάνθηκα ούτε στιγμή ότι αποσυρόμουν σ' ένα απάνεμο λιμάνι αναγνωστικής αγρανάπαυσης, αλλά ότι έβαζα πλώρη για νέες περιπέτειες, ίσως όχι σε τρικυμισμένα νερά δύσβατων αφηγηματικών αναζητήσεων, πάντως σίγουρα σε ανεξερεύνητα μυθικά θαλασσινά βασίλεια. Ενδεχομένως η μοναδική μου επιθυμία στο ξεκίνημα αυτού του ταξιδιού να ήταν η αναβίωση του παιδικού μου ονείρου να ανακαλύψω τη χαμένη Ατλαντίδα. Ενός ονείρου που πάντως δε θα ξαναρχόταν στην επιφάνεια αν δεν του το επέβαλλαν, σχεδόν διά της βίας, τα ίδια τα βιβλία. Αυτά που αποτελούν το αδιάσειστο πειστήριο των ανεξάντλητων δημιουργικών αποθεμάτων της παιδικής λογοτεχνίας. Αυτά που δε σου επιτρέπουν να τα περιχαρακώσεις ηλικιακά, να τα ερμηνεύσεις σχηματικά, να τα αντιμετωπίσεις ως απλοϊκά, μονοσήμαντα λογοτεχνικά προϊόντα.

Το πιο πρόσφατο βιβλίο που μας έδωσε ο Μάνος Κοντολέων αποτελεί μια τέτοια περίπτωση. Μπορεί το καραβάκι του τίτλου να μη μας πηγαίνει σε μυθικά, παραμυθένια βασίλεια, μας ταξιδεύει όμως στον εύθραυστο συναισθηματικό κόσμο ενός μικρού παιδιού. Του μικρού Μάνου, ο οποίος, παραμονές Χριστουγέννων, αισθάνεται παραμελημένος και μόνος - πιθανότατα επειδή η μαμά περιμένει αδερφάκι κι ο ίδιος φοβάται ότι το νέο μέλος της οικογένειας θα του κλέψει την αγάπη και το ενδιαφέρον των δικών του. Αναζητώντας ένα στολίδι για το δέντρο της τάξης του, πέφτει πάνω σ' ένα χάρτινο καραβάκι με κόκκινα πανιά, που στο παιδικό μυαλό του γίνεται σύμβολο της δικής του μοναξιάς και θλίψης. Και, σε μια κρίση θυμού, δηλώνει ότι δε θέλει το καραβάκι του να δοθεί μαζί με τ' άλλα στολίδια του δέντρου της τάξης σε φτωχές οικογένειες. Θέλει να το κρατήσει για πάντα δικό του, ωστόσο κανείς δε φαίνεται να τον καταλαβαίνει. Έσχατο καταφύγιο του μικρού Μάνου ο μεγάλος Μάνος, ο παραμυθάς παππούς, που εμφανίζεται την ημέρα των Χριστουγέννων παρέα με την καινούρια του ιστορία, αληθινή, όπως λέει ο ίδιος, κι ωστόσο ημιτελή. Θα είναι ο μικρός Μάνος αυτός ο οποίος θα κληθεί να τη διαβάσει πρώτος και θα αναλάβει να της δώσει τον τίτλο και το φινάλε που ο ίδιος θα αποφασίσει, όταν παρέα με τον παππού θα επισκεφτεί έναν καταυλισμό προσφύγων, όπου το χαμένο κόκκινο καραβάκι του θα τον οδηγήσει, σαν άλλος μίτος της Αριάδνης, σ' ένα μονοπάτι ανθρωπιάς, δοσίματος και αναπάντεχης χαράς.
Σε μια σχηματική, περιχαρακωμένη αφήγηση, εγκλωβισμένη στις αναιμικές γραμμές μιας ιστορίας προορισμένης να λειτουργήσει ως παράδειγμα προς διδαχή, ο μικρός Μάνος θα ήταν ένα κακότροπο, κακομαθημένο παιδί που, αδιαφορώντας για τη φτώχεια και την ανέχεια που το περιβάλλει, δε θα ήξερε τι θέλει και θα βασάνιζε τους δικούς του με παράλογες, εξωφρενικές απαιτήσεις. Το Κόκκινο καραβάκι, κόκκινο ποδήλατο αρνείται τέτοιους απλουστευτικούς αφορισμούς, συνθέτοντας με λεπτές κλωστές ένα πολύχρωμο υφαντό συναισθημάτων που από σελίδα σε σελίδα αποκαλύπτει διαφορετικές ψυχικές διακυμάνσεις και αποχρώσεις. Ο Μάνος μπορεί να το έχει κάπως παρακάνει, να αρνείται πεισματικά να συνεργαστεί με το περιβάλλον του, δεν παύει ωστόσο να είναι ένα ευαίσθητο παιδάκι, φορτωμένο με όλες τις ανασφάλειες, τα άγχη και τους προβληματισμους της ηλικίας του. Τη φτώχεια και την ανέχεια τις έχει ακουστά, δεν έχει όμως πλήρη συναίσθηση του ότι αυτός ο άλλος, ο πρακτικά αφανής κόσμος ανασαίνει αθόρυβα κάπου παραδίπλα του. Είναι το προστατευμένο παιδί που, έχοντας μόνο "εγκυκλοπαιδική" γνώση της δύσκολης πλευράς της ζωής, φοβάται μη χάσει όσα δικαιωματικά κι αυτονόητα του ανήκουν: την αγάπη, τη φροντίδα, το ενδιαφέρον, την ασφάλεια. Ενδεχομένως οι φόβοι του να αποδεικνύονται υπερβολικοί και σίγουρα βρίσκεται σε ασφαλέστερη και πλεονεκτικότερη θέση έναντι άλλων, λιγότερο ευνοημένων από τη μοίρα παιδιών. Μπορεί όμως να του απαγορεύσει κανείς να αισθάνεται πόνο, λύπη, αγωνία, θυμό, τη στιγμή μάλιστα που τα πράγματα δεν είναι εντελώς ξεκάθαρα στο κεφάλι του; Πόσο θεμιτό είναι να βάζεις κοινωνικά και εισοδηματικά κριτήρια στα παιδικά συναισθήματα;
Από τη δύσκολη θέση τον Μάνο θα τον βγάλει ο παραμυθάς παππούς του, η καταλυτική παρουσία του οποίου στην ιστορία υπαγορεύεται από δύο βασικές ιδιότητές του: Από τη μια είναι ο φυσικός του ρόλος, αυτός του παππού, που του προσδίδει μια σχέση συνωμοτικής οικειότητας με τον εγγονό. Ο μεγάλος Μάνος είναι εκείνος που καταλαβαίνει καλύτερα απ' όλους τον μικρό, που τον υποστηρίζει χωρίς επικρίσεις ή επιπλήξεις. Άλλωστε εγγονός και παππούς μοιάζουν, μοιράζονται τον ίδιο χαρακτήρα, τις ίδιες προτιμήσεις. Ο μεγάλος Μάνος είναι η αναφορά, το έρεισμα του μικρού Μάνου στο παρελθόν, ο μικρός, πάλι, είναι για τον μεγάλο Μάνο η προβολή του δικού του εαυτού στο μέλλον.
Βέβαια, ο συγκεκριμένος παππούς έχει κι ένα δεύτερο ρόλο, αυτόν του παραμυθά, του αφηγητή ιστοριών. "Ψεύτη παππού" τον λέει κάθε λίγο και λιγάκι ο εγγονός του, ο οποίος δεν είναι αφελής: Ο παππούς μπορεί να τον παρηγορεί με τις ιστορίες του, ωστόσο η επίγνωση ότι πολλά απ' αυτά που του ιστορεί είναι επινοήσεις της φαντασίας του επαναφέρει συχνά την τρυφερή μομφή στα χείλη του μικρού. Κι όμως, θα είναι ακριβώς η ιδιότητα αυτή του παππού ως δημιουργού ιστοριών που θα αποτελέσει την αφετηρία για την ίαση του μικρού Μάνου από τις ανασφάλειες και τους φόβους. Ή μάλλον για την αυτο-ίαση, αφού ο μικρός θα πάρει τη σκυτάλη της αφήγησης, συμπληρώνοντας ο ίδιος το τέλος της μισοφτιαγμένης ιστορίας που του δίνει ο παππούς να διαβάσει. Με τον τρόπο αυτό, με την εισαγωγή δηλαδή μιας δεύτερης αφήγησης μέσα στην αρχική -και μάλιστα μιας δεύτερης αφήγησης η οποία μας πηγαίνει στο δικό του μακρινό, έστω και πλασματικό, παρελθόν-, ο παραμυθάς παππούς καθορίζει αποφασιστικά την εξέλιξη της πλοκής. Όχι επιβάλλοντας τη λύση, αλλά στήνοντας τον καμβά κι αφήνοντας τον μικρό πρωταγωνιστή του να φιλοτεχνήσει με τα δικά του χρώματα το τέλος.
Ένα τέλος που δεν κινείται σε λογικές ελεημοσύνης: Όσο ανάγλυφα κι αν παρουσιάζεται στο κείμενο η φτώχεια στον καταυλισμό των προσφύγων, οι άνθρωποι που συναντάει ο μικρός Μάνος, με τα σημάδια της βίας και της ανάγκης αποτυπωμένα στα πρόσωπά τους, δεν είναι στερημένοι από αξιοπρέπεια, γενναιοδωρία και αγάπη. Μπορεί ο πιτσιρικάς μας φτάνοντας στον καταυλισμό να μην τυχαίνει της διθυραμβικής υποδοχής που θα περίμενε βασισμένος στα λόγια του παππού, πάντως, πριν ακόμα αποφασίσει να δώσει, παίρνει ο ίδιος ένα καλό μάθημα αδερφικής αγάπης, που θα σηματοδοτήσει και τη δική του συναισθηματική μεταστροφή.
Το κείμενο, λιτό, χαμηλότονο, χωρίς συναισθηματικές εξάρσεις και διάθεση για στράτευση, χτίζει μέσα από τη διαδοχή σκηνών και γεγονότων, υπομονετικά και πειστικά, την κλιμάκωση των συναισθημάτων του μικρού πρωταγωνιστή, και με τους ίδιους ρυθμούς αποτυπώνει τη σταδιακή αποφόρτισή του. Το χιούμορ δε λείπει, δοσμένο μέσα από μια παιδική οπτική -π.χ. στο σημείο που εύχονται στην έγκυο μαμά "Καλή λευτεριά" ο μικρός Μάνος, όπως κάθε φυσιολογικό παιδάκι, αναρωτιέται πότε σκλαβώθηκε η μανούλα-, σ' ένα κείμενο που θα μπορούσε -ή, καλύτερα, θα επιβαλλόταν- να διαβαστεί και από ενήλικες. Όχι μόνο γιατί, όπως και άλλα βιβλία του συγγραφέα, διαρρηγνύει τα στεγανά ηλικιακών οριοθετήσεων, αλλά και επειδή πολλοί από μας θα αναγνωρίσουμε στο μικρό Μάνο τα δικά μας παιδιά, συνειδητοποιώντας τα λάθη μας, τις αβλεψίες μας ή τις εσφαλμένες εκτιμήσεις μας, που συχνά μάς οδηγούν στην υπερπροστασία, στην αποκοπή από την πραγματικότητα, στην υιοθέτηση λογικών θερμοκηπίου.
Όσο για τις ζωγραφιές της Μυρτώς Δεληβοριά, αποδεικνύουν διά της παρουσίας τους ότι η εικονογράφηση ενός παιδικού βιβλίου δεν είναι μια συμπληρωματική, διακοσμητική εργασία, αλλά ένα εικαστικό γεγονός. Εικόνες λιτές, που με τις απλές γραμμές τους και ντυμένες στο κόκκινο, στο θαμπό χρυσό και στ' άλλα χρώματα των Χριστουγέννων, χαρίζουν στον αναγνώστη κάτι από την άδολη, παιδική ματιά του μικρού Μάνου. Με το χάρτινο καραβάκι να επανέρχεται διαρκώς και σε διάφορες παραλλαγές, ως υπόμνηση της μοναξιάς και της θλίψης του μικρού αλλά και ως θεμελιακό στοιχείο της πλοκής.

Πάει μία εβδομάδα από τη μέρα που διάβασα για πρώτη φορά το Κόκκινο καραβάκι, κόκκινο ποδήλατο, κι όταν αναζητάω το αποτύπωμά του μέσα μου, η εικόνα που σχεδόν αυτόματα αναδύεται στο μυαλό μου είναι αυτή του μικρού προσφυγόπουλου στον καταυλισμό που κρατάει στην αγκαλιά του το αδερφάκι του. Μια εικόνα που λειτουργεί ως συνδετική γραμμή με τις αφηγήσεις των γιαγιάδων μου και του πατέρα μου για το πώς τα μεγαλύτερα παιδιά των πολυμελών, φτωχών οικογενειών της Κατοχής, του Εμφυλίου και του μεταπολέμου μεγάλωναν τα μικρότερα αδέρφια τους. Και καθώς η εικόνα αυτή επανέρχεται στο μυαλό μου, δεν μπορώ να μην αναρωτηθώ πώς ένα σημαντικό κομμάτι αυτού του λαού με την τόσο πρόσφατη κι οδυνηρή θητεία στον πόλεμο, στην προσφυγιά και στη μετανάστευση μπόρεσε μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα να απολέσει την ικανότητα να αναγνωρίζει στα πρόσωπα των άλλων τα ίδια εκείνα σημάδια και τις ουλές που άφησε η ιστορία στις μορφές και των δικών του γονιών και παππούδων. Κι αν κάτι προσδοκώ από αυτό το βιβλίο, είναι το ίχνος στο χιόνι από το χάρτινο καραβάκι του μικρού και του μεγάλου Μάνου να οδηγήσει εμάς, τους αναγνώστες του, στη συμφιλίωση με το βολικά ξεχασμένο χτες μας, στη συνειδητοποίηση του σήμερα που επιμένουμε να αγνοούμε και στο αύριο που θα θέλαμε να καθρεφτίζεται στα μάτια των παιδιών μας.



3.11.12

Μητριάς Εγκώμιο



Ο μεγάλος, ο αληθινά μεγάλος συγγραφέας τολμά να ανατρέπει ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό.

Ο Μάριο Βάργκας Λιόσα (το προτιμώ από το ‘Γιόσα’) είναι μεγάλος συγγραφέας και το ξέρει τόσο καλά που δεν έχει ανατρέψει τον εαυτό του μόνο συγγραφικά, αλλά και πολιτικά.
Αυτός ο πάλαι ποτέ μαρξιστής έφτασε να διεκδικεί την αρχηγία της χώρας του με ένα πρόγραμμα νεοφιλελευθερισμού.
Αλλά ας σταθώ στον συγγραφέα –στη συγγραφική τόλμη. Αυτά είναι εκείνα που κανείς αξίζει να κρατήσει από μια τόσο εκτυφλωτική προσωπικότητα.
Και θαυμάζω –ως αναγνώστης μα και ως συγγραφέας- αυτό το απόλυτα ερωτικό μυθιστόρημα του, ακριβώς όπως θαυμάζω και τα όσα άλλα του έργα έχω διαβάσει που τόσο με ενθουσιάζουν και με την πολιτική τους διάσταση.
Στο «Μητριάς Εγκώμιο» , πάντως τώρα, αναφέρομαι.
Εδώ ο πολιτικός Λιόσα μας παρουσιάζει το ερωτικό του οπλοστάσιο. Με αυτό θα περάσει τις πολιτικές του απόψεις.
Η απόλυτη ερωτική ελευθερία, ο ερωτικός αμοραλισμός μόνο σε τάξεις μεγαλοαστικές θα τον συναντήσει κανείς και είναι σε αυτές τις τάξεις που αυτός ο αμοραλισμός στον έρωτα, θα καταστρέψει την ευτυχία.
Ναι, με ένα απόλυτα ερωτικό κείμενο ο Λιόσα κάνει, εν τέλει, πολιτική.
Αλλά πέρα από αυτό, εκείνο που κανείς θαυμάζει είναι το πως αυτός ο μεγάλος λογοτέχνης καταφέρνει να κάνει Λογοτεχνία περιγράφοντας τις πιο ποταπές λειτουργίες του ανθρώπινου σώματος.
Οι σελίδες στις οποίες παρακολουθούμε τον δον Ριγομπέρτο να κινείται μέσα στο μπάνιο του και να κάνει ότι ο καθένας από εμάς κάνει σε αυτόν τον χώρο, νομίζω πως είναι πλέον κλασικές. Τη αισθητική τους καταξίωση δεν την έχουν πάρει από το ασυνήθιστο τρόπο με τον οποίο ο δον Ριγομπέρτο εκτελεί την προσωπική του υγιεινή, αλλά από μια μείξη ρεαλισμού και ποίησης στις περιγραφές.
Ακόμα αξίζει κανείς να σταθεί στο πως ο Λιόσα συνδέει την καθημερινότητα των ηρώων του με την διαχρονικότητα κάποιων μεγάλων πινάκων.
Και βέβαια όλα αυτά τα υποστηρίζει με τον γνωστό του εκείνο τρόπο να αφηγείται απλά, την ώρα που στέλνει τα πιο σύνθετα μηνύματα.
Ο έρωτας... Η σεξουαλική έκφραση, πιο σωστά, αποτελεί ύψιστη έκφραση ελευθερίας. Αλλά όπως κάθε άλλη ύψιστη ελεύθερη έκφραση μπορεί να οδηγήσει ή στον Παράδεισο ή στο Καθαρτήριο.
Ατομική η ευθύνη, αλλά όπως κάθε τι το ατομικό, συνδέεται και με μια συλλογική αντιμετώπιση του κόσμου.
Ο μικρός Αλφονσίτο -αυτός που ως μικρός θεός ή σατανάς- καταστρέφει τον κλειστό κόσμο δυο αστών, μπορεί και θέλει στη συνέχεια να προχωρήσει το καταστροφικό του έργο και σε άτομα που προέρχονται από άλλες κοινωνικές τάξεις.
Σαφέστατα ένα βιβλίο που μπορεί να σοκάρει. Να μια ακόμα διάσταση του προφίλ ενός μεγάλου συγγραφέα.
Το έργο έχει κυκλοφορήσει στα ελληνικά σε δυο μεταφράσεις.
Εγώ διάβασα μια παλιά που την υπογράφει η Κλαίτη Σωτηριάδου.
Έχω ακούσει πως και η νεώτερη της Χριστίνας Θεοδωροπούλου είναι επίσης πολύ καλή.