30.11.14

Για τη Λότη Πέτροβιτς



Για την Λότη 
28/11/2014

Με ιδιαίτερη χαρά και συγκίνηση είμαι σήμερα ανάμεσα σε εκείνους που μιλούν για την Λότη Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου. Για τη συγγραφέα και για το έργο της.
Και θα ήθελα να ξεκινήσω με μια δήλωση πολύ προσωπική, πολύ φιλική, πολύ ανθρώπινη και εν τέλει ιδιαιτέρως συγγραφική.
Και τονίζω αυτό το τελευταίο γιατί ακριβώς περί συγγραφής πρόκειται.
Δυο από τα πιο αγαπημένα τόσο σε μένα, όσο και στους κριτικούς, αλλά κυρίως στο κοινό έργα μου, οφείλονται σε παρεμβάσεις της Λότης.
Όταν διάβασα «Σπίτι για πέντε» τόσο μαγεύτηκα που θέλησα κι εγώ κάτι έτσι ασυνήθιστης οικογένειας τα ‘πάθη’ να περιγράψω. Κι έγραψα το «Οι δυο τους κι άλλοι δύο» που έφτασε μέχρι τη Γαλλία και την Ταϋλάνδη.
Κι ακόμα όταν κάποτε και για μια ανάλογη εκδήλωση , η Λότη είχε προτείνει στον μικρό τότε γιο μου Δομήνικο να διαβάσει αποσπάσματα πάλι από το ίδιο εκείνο μυθιστόρημά της, εγώ άρπαξα τις αντιδράσεις του Δομήνικου και πάνω τους στήριξα την προσωπικότητα του πλέον διάσημου ήρωά μου, του Αδελφού της Ασπασίας –του Δαμιανού.
Λότη , θέλω για μια ακόμα φορά όχι μόνο να σε ευχαριστήσω, αλλά να σε συγχαρώ για το ήθος σου. Όταν ένας συγγραφέας δίνει πάτημα σε έναν άλλον, τότε έχει ήθος συγγραφικό και μεγάλη καρδιά.
Αλλά ας προχωρήσω λίγο ακόμα…
Πολλοί συχνά οι ψυχολόγοι σε όσους τους επισκέπτονται, δείχνουν μια φωτογραφία και τους ζητούν από τους να γράψουν ή να πουν την πρώτη λέξη που τους έρχεται στο νου καθώς βλέπουν τη συγκεκριμένη φωτογραφία.
Αν φέρω, λοιπόν, στο νου μου την εικόνα της Λότης, ποια θα είναι η πρώτη λέξη που περνά από της σκέψη μου;
Συνέπεια –η Λότη αυτό που αναλαμβάνει να κάνει θα το ολοκληρώσει και πάντα σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό του.
Ευαισθησία –η Λότη αφουγκράζεται τις φωνές των ημερών μας. Κι όχι μόνο του σήμερα, μα και του χτες και όσες τυχόν θα ακουστούν στο μέλλον.
Κοινωνικοποίηση – η Λότη αισθάνεται πολίτης του κόσμου. Συμμετέχει στα κοινά ποικιλότροπα. Πάντα βέβαια, με τα μυθιστορήματά της. Αλλά και με τις ομιλίες της, τα άρθρα της, τις συμμετοχές της σε επιτροπές, συνέδρια Πρόσφατα με την παρουσία της στο διαδίκτυο
Αγωνιστικότητα – η Λότη δε δειλιάζει. Όταν δει πως κάποιος αδικείται, όταν πιστέψει πως οι μεγάλες αρχές του πολιτισμού μας κινδυνεύουν, ορμά να τις υπερασπιστεί.
Μεθοδικότητα – η Λότη υπερασπίζεται αυτό που πιστεύει με πάθος, αλλά και με μεθοδικότητα. Γι αυτό και η υπεράσπισής της είναι αποτελεσματική.
Πολιτισμός –η Λότη συμπεριφέρεται πολιτισμένα. Ακόμα κι όταν διαφωνεί, την ώρα που ρίχνεται στη μάχη, πάντα κρατά της αρχές της αξιοπρέπειας και του σεβασμού.
Παιδεία – η Λότη είναι άνθρωπος που διαθέτει βαθιά παιδεία.
Ο μορφιά – η Λότη είναι όμορφη τόσο στην ψυχή όσο και στην όψη.
Φιλία –η Λότη ξέρει να είναι φίλη
Οικογένεια – η Λότη χαίρεται να είναι άλλοτε κόρη, άλλοτε μάνα, άλλοτε γιαγιά. Ξέρει να είναι σύντροφος.
Όνειρο –η Λότη δεν εγκαταλείπει ποτέ τα όνειρά της. Και συνεχώς γεννά άλλα.
Φιλοξενία –η Λότη είναι φιλόξενη. Πάντα περνάς καλά όταν την επισκέπτεσαι ως φίλος στο σπίτι της, ως αναγνώστης στα βιβλία της.
Πλάστης – Η Λότη δεν γράφει μόνο για τα πάθη και τα όνειρα των ανθρώπων. Πλάθει και η ίδια ολοζώντανα πρόσωπα. Οι μυθιστορηματικοί της ήρωες συνδέονται μεταξύ τους με πολύμορφες οικογενειακές και άλλες σχέσεις.
Συγγραφέας – η Λότη γεννήθηκε με το ταλέντο του συγγραφέα. Και συγγραφέας έγινε. Ζητήστε της να σας αφηγηθεί την ιστορία με το στάρι που γίνεται ψωμί, τον σπόρο που γίνεται δέντρο. Θα καταλάβετε τι λέω…
Χαρά –τελικά είναι μεγάλη η χαρά να είσαι φίλος και αναγνώστης της Λότης Πέτροβιτς – Ανδρουτσοπούλου.
Και μια ακόμα φράση –για μια ακόμα φορά: 

Η Κώστια κι εγώ σε ευχαριστούμε Λότη για ότι μας έχεις προσφέρει. Για πολλά ακόμα χρόνια να αξιωθούμε να είμαστε δίπλα σου.







28.11.14

Για την ποιήτρια Αθηνά Παπαδάκη

Να μιλήσω, δυο κουβέντες να πω μου ζητήθηκε, για την Αθηνά Παπαδάκη.
Την ποιήτρια και τη φίλη.
Μα, ναι… Από το 1979 που γνωριστήκαμε μέχρι σήμερα, τώρα –πόσα χρόνια !- δεν μπορώ μήτε και θέλω να ξεχωρίσω τη φίλη από την ποιήτρια.
Γι αυτό και τώρα θα προσπαθήσω να περιγράψω το τι είναι για μένα η φίλη, μέσα από τα ποιήματα της ποιήτριας. Αλλά μπορεί να συμβεί και ακριβώς το αντίστροφο. Μέσα από την ποιήτρια να μιλήσω για τη φίλη.
Ξεφυλλίζω, λοιπόν, ποιητικές συλλογές, διαβάζω στίχους και διασχίζω τα χρόνια.
1979 – Μπορώ να ταξιδέψω με μια λέξη
Με αυτόν τον στίχο από το «Αρχάγγελος από μπετόν» η Αθηνά μου συστήθηκε.
Και μετά το 1981, η Αθηνά καταφέρνει να περιγράψει μέσα στο λαμπερό μεσημέρι της νιότης μας, το μέλλον που θα μπορούσε να μας περιμένει.
Από την «Αμνάδα των ατμών», διαβάζω στίχους  για κάποια κυρία Μαίρη:
Αυτή είμαι, της φροντίδα η πυκνότερη.                                  
Αγαπώ τις γωνιές
Όπου
Μοναχικά ψίχουλα τοποθετούν τα μυστικά τους…
… Βλέπεις,
Τα παιδιά μεγάλωσαν, έφυγαν, πού και που, πάω και
                                                                    Τα βοηθάω.
Βιαστήκαμε να προεξοφλήσουμε το μέλλον; Μπορεί. Κι άλλωστε καθώς ωριμάζει η Αθηνά, ωριμάζει και η γενιά της.
Κι έτσι έρχεται μέσα στο 1986, ανάμεσα στις σελίδες του «Γη και πάλι» να θέσει ερωτήσεις –ενότητες πανάρχαιου πάθους:
Το γάλα πριν γίνει ρευστό που φωλιάζει;
Ποιος στα κελιά των μαστών φυλακίζει τη μάνα;
Τα δαντελένια γάντια στους σεισμούς τι θέση θα πάρουν;
Η αλήθεια αν λυθεί τι ανέμους θ’  αφυπνίσει;
Ερωτήσεις που συμπυκνώνουν μια αγωνία θα έλεγα. Την αγωνία να ζήσει κανείς τη Ζωή.
Κι άλλωστε στην ίδια πάντα συλλογή είναι που είχα διαβάσει :
Κοίτα
Έδειξε η γιαγιά
Αυτά που δεν έζησα είναι
Που πιο πολύ μίσησα
Που πιο πολύ εναντιώθηκα…
Πολύ συχνά –τότε- πολλοί ήταν εκείνοι που θεωρούσαν ότι η Αθηνά Παπαδάκη είναι η ποιήτρια εκείνη που γράφει για το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα.
Δεν έκαναν λάθος. Μόνο που το να είσαι γυναίκα μέσα από την γυναικεία ματιά της Παπαδάκη σημαίνει πρώτιστα να είσαι άνθρωπος.
Να –το 1989, στο «Ωχροτάτη έως του λευκού»- που αν και κρυμμένοι πίσω από τίτλο ποιήματος που παραπέμπει σε πόρνες,  οι παρακάτω στίχοι γεφυρώνουν την ανθρώπινη μοίρα ανδρών και γυναικών
*Δεν υπάρχουν λάθη* μόνο ζωή
*Κι όπως ο θάνατος δεν ξέρει τη σεμνοτυφία
*Θεοφρούρητη και η κόλαση είναι
Η Αθηνά Παπαδάκη χαράζει την δική της πορεία.
Με αυτογνωσία όσο και με άγνοια –έτσι δεν δημιουργούνται όλα τα έργα Τέχνης.
Και ωριμάζει η γενιά μας.
Και καθώς ξεκινά η ακμή της παρακμιακής πολιτείας μας, έρχεται το 1992 η  «Λέαινα της βιτρίνας» και από εκείνη τη συλλογή διαβάζω :
Ξαφνικά μας εγκαταλείπουν τα κουμπιά
Όπως οι ψευδαισθήσεις.
Όπως το πρέπει –σπάει κάποτε
Γεμίζοντας τη ζωή θρύψαλα.
Για κάθε ευλύγιστο και δίχως αμοιβή
Ραγίζω,
Διασαλεύω την τάξη, άρα υπάρχω.
Α, μα δεν μπορώ να μη θυμάμαι χρόνια τώρα εκείνο το δίχως αμοιβή και το τελικά άρα υπάρχω
Ποιητές πρέπει να ήταν και οι προφήτες.
Έχουμε πια φτάσει στο 1996 και οι πορείες των ανθρώπων της γενιάς μας έχουν καθοριστεί. Που έχει ο καθένας μας τοποθετηθεί είναι πλέον δεδομένο.
Βέβαια το κλίμα της εποχής δεν δείχνει πως θα έχουν μέλλον οι  ποιητές.
Μα όποιος το υποψιάζεται αν τολμήσει και το πει, κανείς δε θα τον πιστέψει.
Εγώ όμως έχω εμπιστοσύνη στους παλιούς καλούς  φίλους όπως την Αθηνά κι έτσι δεν μπορώ παρά να την πιστέψω καθώς στη συλλογή «Η άγρυπνη των ουρανών» διάβασα:
Είμαι πανάκριβη
Δε εγγυώμαι παρά μόνο τη στάχτη.
Ναι κάποιοι υποψιαζόμαστε και πρώτη απ΄ όλους τους άλλους υποψιασμένους η Παπαδάκη –ίσως γιατί πολύ συχνά δηλώνει: Είμαι ποιήτρια- το γράφει κιόλας:
Αρνιότανε να κρατάει ομπρέλα,
Γιατί τα δαχτυλίδια της ήταν μεσημβρινά
Κι ήθελαν ήλιο για να λάμπουν τα όνειρα,
Πολυτελέστερα των κοσμημάτων
Η Αθηνά Παπαδάκη μιλά σιγανά και γελά δυνατά.
Ίσως και γι αυτό η ποίηση της να είναι τόσο προσεκτική στη χρήση των λέξεων.
Τίποτε περιττό. Μα και τίποτε τσιγκούνικο.
Δε με πιστεύετε;
Ακούστε τον στίχο αυτόν:
Αν κάτι παραμένει εντός μου αθάνατο, είναι η ουτοπία.
Η δήλωση αυτή γίνεται το 1998 στη συλλογή «Στη βασιλίδα του εξώστη»
Και στην ίδια συλλογή, λίγες σελίδες πιο κάτω μια ερώτηση:
Τι παραμένει αδάμαστο κι απ΄ τ΄ όνειρο ακόμα;
Προσπαθούσα να δώσω τη δική μου απάντηση.
Οι συνθήκες ζωής ολοένα αλλάζανε κι η Αθηνά έμενε φίλη, αλλά δεν την έβλεπα συχνά.
Μα τους φίλους που γράφουν ποίηση ακόμα κι αν όχι πολύ συχνά τους βλέπεις, το ξέρεις πως την κατάλληλη στιγμή θα βρεθούν δίπλα σου για να ερμηνεύσουν το προχώρημα προς ένα αχνό ακόμα, μα ήδη διακριτό τέλος.
Δεν είναι τίποτε.
Φύση αλλάζεις όταν ερωτεύεσαι,
Αλλά τη φύση του θανάτου
Δεν τη  μεταβάλλεις.
Έχουμε πια φτάσει στα 2001 και σε μια ώριμη στιγμή της Αθηνάς.
Η συλλογή «Ο θάνατος και η Κόρη» είναι που έχει φιλοξενήσει τους πιο πάνω στίχους.
Μια συλλογή που κάπου στην αρχή της  θέτει το ερώτημα
Μα πού αρχίζει η μοίρα
Πού το λάθος σταματά;
Και που προς το τέλος δίνει μια κάποια απάντηση:
Δεν είναι μέρα μήτε νύχτα
Και ούτε φανερώνεται σημάδι εποχής.
Μόνο τ΄ αηδόνι της μοίρας
Στο νήμα της ζωής.
Ωριμάζει η γενιά μας Αθηνά γι αυτό κι εσύ αναγνωρίζεις την εξουσία της μοίρας;
Αυτό αναρωτιόμουνα τότε, αλλά όλα –μου εξήγησε η Παπαδάκη- δεν είναι κατ΄ ανάγκην και μοιραία.
Γιατί υπάρχουν τα «Φύλλα Τροφής» του 2005
Εδώ διαλέγει η ποιήτρια το προσωπείο της πεζογράφου κι με αυτήν την ασφάλεια περιγράφει… Ασφάλεια είπα; Μήπως θα έπρεπε να έλεγα μια άλλη πλέον σεμνή λέξη;
 Με ράθυμο χέρι, μα με πόση ευκολία αποκτώ, συχνά χαϊδεύω, ότι αξίζει να φαγωθεί.   
Μα μπορεί πια –έχει τέτοιας ποιότητας πορεία διανύσει – που μπορεί πια να  ξεστομίσει:
Βαρετό να έχεις πάντοτε ανθρώπους για συνδαιτυμόνες.
Και άλλωστε μήτε η ίδια αποποιείται αυτή την τάση απομόνωσης
Την ίδια τη χρονιά, με λόγο και πάλι ποιητικό  ανάμεσα σε στίχους που διαβάσαμε στη συλλογή «Προς άγνωστον» υπάρχει και η διαπίστωση:
Έχοντας περπατήσει επί των υδάτων
Δεν υπάρχει επιστροφή.
Χάθηκαν τα νερά.
Παρατηρώ, καθως τώρα φυλλομετρώ τις ποιτικές συλλογές της Παπαδάκη πως στις περισσότερες την ίδια φωτογραφία χρησιμοποιεί.
Όχι, σκέφτομαι τώρα, τυχαία.
Γιατί αυτό που θέλει η ποιήτρια να τονίσει είναι όχι η ωριμότητα της όψης, αλλά της σκέψης.
2011 και «Με λύχνο και λύκους» και ακούστε πως το ώριμο αποκτά την εικόνα του ανθρώπινου:
Γυναίκα ριγμένη
Στα ξένα χέρια
Όπως το χαμομήλι
Στο βραστό νερό.
Καταπραϋνει,
Παίρνοντας στ΄ άνθη του
Τον πόνο των άλλων.
 Κάτι από μια πρώτη συλλογή της Αθηνάς μου έρχεται στο νου και ίσως αυτό να είναι που δείχνει την πλήρη ποιητική της ολοκλήρωση μα και την πληρότητα σκέψεων και συναισθημάτων. Η κυκλική πορεία.
Δεν επιστρέφει. Επανέρχεται.
Έτσι λέω εγώ.
Αλλά η Αθηνά ίσως να διαφωνεί μαζί μου
Αφού:
Κάθε στιγμή
Με νέα υπογραφή
Η ζωή.
Και η ποίηση;
Αυτό έχει γράψει στη συλλογή αυτής  της χρονιάς –«Το κοπάδι»

Τελικά αυτό που λίγο πιο πριν είπα –πως η Αθηνά μιλά σιγανά, μάλλον είναι σωστό.
Τουλάχιστον εγώ, Αθηνά μου, έτσι σε ακούω.
Και πολύ σε ευχαριστώ που έχεις γράψει:
Απ΄ την οχλαγωγία
Ανέρχεται,
Μεσ’  την ουράνια ακουστική,
Ο ψίθυρος.
Και ακυρώνεται το «φωνή βοώντος εν τη ερήμω»

Καλά να είσαι και πάντα δημιουργική

Πολλά φιλιά σου δίνω από τον καιρό του Αρχάγγελου έως την εποχή του Κοπαδιού.
Πάντα φίλος σου θέλω να είμαι.

(Διαβάστηκε σε μια βραδιά αφιερωμένη στην ποιήτρια και φίλη Αθηνά Παπαδάκη - 26/11/2014 στο Floral)




23.11.14

Δυο φορές άνοιξη μες στο φθινόπωρο…


Πάτρα, 14 Νοεμβρίου 2014
Βιβλιοπωλείο "Πολύεδρο"


Δυο φορές άνοιξη μες στο φθινόπωρο…
Μεγάλη χαρά και τιμή για μένα, να ‘μαι σήμερα εδώ.
Να μιλώ και να βρίσκομαι στο ίδιο τραπέζι με το Μάνο.
Όλγα και Κώστα (Πολύεδρο Πάτρας) σας ευχαριστώ πραγματικά.
Μάνο Κοντολέων σ’ ευχαριστώ που μ’ εμπιστεύτηκες να μιλήσω για το δημιούργημά σου.
Τιμή και ευθύνη, αγαπητές φίλες και φίλοι. Γιατί ο Κοντολέων, όπως εύστοχα παρατηρεί η Τέσυ Μπάιλα «σηματοδότησε τις αναγνωστικές συνήθειες μιας ολόκληρης εποχής».
Ίσως, εν μέρει, και να τις διαμόρφωσε, θα πρόσθετα εγώ.
Έρωτας το θέμα μας!
Λοιπόν, αγαπητοί μου: Ο έρωτας είναι απαιτητικός.
Είναι πάντα απαιτητικός.
Κι ενώ η αγάπη «ου ζητεί τα εαυτής», ο έρωτας «ζητεί τα εαυτού».
Διαρκώς διεκδικεί - Επιτακτικά επιθυμεί.
Θέτει διλήμματα - Προβάλλει προκλητικά τα θέλω του.
Σωστά παρατηρεί ένας αναγνώστης:
«Η Ανθή, η βασική ηρωίδα, διαχωρίζει το αγαπώ από το επιθυμώ. Με το πέρασμα του χρόνου, το αγαπώ είναι το εύκολο. Το δύσκολο είναι το αγαπώ και επιθυμώ συγχρόνως».
«Άλλο αγάπη, άλλο επιθυμία», θα πει. Και θα συνεχίσει: «με την πρώτη βλέπεις τον άλλο, με τη δεύτερη τον εαυτό σου». 
Η ιστορία, όπως καταλαβαίνετε, δεν είναι εύκολη. Όπως και ο Μάνος άλλωστε.
«Ιστορία ενηλικίωσης των ενηλίκων» τη χαρακτήρισε ο κριτικός Κώστας Τρακόσα.
Σε μένα, επιπλέον, το βιβλίο άφησε μια αίσθηση κινηματογραφικού έργου.
Σα σενάριο, που καθοδηγούσε βήμα βήμα το σκηνοθέτη. Δε θα τον άφηνε ούτε στιγμή μετέωρο.
Διαβάζεις και λες και είσαι στη μεγάλη οθόνη μπροστά.
Λεπτομερής και ζωντανή η περιγραφή. Ακόμη και στα δεύτερα πλάνα.
Προδίδει συγγραφέα παιδικών βιβλίων.
Συγγραφέα που ξέρει και δουλεύει την εικόνα.
Συγγραφέα που απονέμει σε παιδί τον κομβικό ρόλο!
Το ρόλο «καταλύτη» των εξελίξεων - Ρόλο, που βάζει στην άκρη εγωισμούς. Ρόλο, που έχει τη δύναμη να τροποποιεί συμπεριφορές, να ξεκαθαρίζει (ιδιότυπα) λογαριασμούς των μεγάλων.
Να επανακαθορίζει εν τέλει το πλέγμα των σχέσεών τους.
Απλά, για χάρη του παιδιού, καθένας παίρνει τη θέση του.
Κι αυτό, πιστέψτε με, δεν είναι καθόλου εύκολο. Δεν είναι καθόλου απλό.
Τελικά, «ευτυχώς που υπάρχουν λέξεις για όλα»... όπως  λέει ο Ζοζέ Σαραμάγκου. Και συνεχίζει:
«Ευτυχώς που υπάρχουν αυτές, που φροντίζουν να συστήνουν, πως όποιος οφείλει, πρέπει να δώσει με τα δυο χέρια, για να μη μείνει σε κανένα  απ’ τα δυο, αυτό που αλλού έπρεπε ν’ ανήκει».
Δυνατές εικόνες, πλούσια στίξη, ακατάσχετη ροή, συνεχής εναλλαγή ρημάτων.
Ζωντανή γραφή, καλοδουλεμένη, αλλά όχι επιτηδευμένη. Άμεση, αλλά όχι απλοϊκή.
Σε μεταφέρει στον κόσμο των πρωταγωνιστών. Σε ταξιδεύει εκεί μαζί τους, στους ανεκπλήρωτους πόθους τους ή στις επιθυμίες που θέλουν ν’ ανθίσουν.
Είσαι εκεί. Ψυχή και σώματι.
Δεν παρατηρείς απλά. Βλέπεις - Δε νιώθεις απλά. Ζεις.
Δεν αισθάνεσαι απλά. Πάσχεις. Είσαι εκεί με όλες σου τις αισθήσεις.
Όραση, ακοή, όσφρηση, αφή ακόμα και γεύση…
χρώματα, ήχοι, μυρωδιές, αγγίγματα, ακόμα και γεύσεις, σε πολιορκούν και τελικά εισβάλλουν από παντού.
Φροντίζουν πρώτα να καταστείλουν τις «άμυνες» σου, αναγνώστη, σ’ ένα παιχνίδι εθελούσιας παράδοσης.
Ολοκληρωτικής όμως - Απολαυστικής χαλάρωσης.
Παράδοση σε μια ζωντανή διήγηση ιστορίας, ξεχωριστά ενδιαφέρουσας.
Όμως!  Για μια στιγμή, όπως πάντα, έρχονται τα δύσκολα.
Τα δύσκολα άλλωστε πάντα παραμονεύουν.
Και τότε…
Τότε ξυπνούν μέσα σου (σε σένα που είσαι αναγνώστης), ξυπνούν  μέσα σου αισθήματα και πάθη που καλείσαι να διαχειριστείς.
Διλήμματα που σου ζητούν επιτακτικά να πάρεις θέση.
Και συ δεν είσαι έτοιμος γι αυτό.
Ανακάθεσαι στον καναπέ, στριφογυρίζεις στην καρέκλα σου.
Τρόπον τινά, επανακαθορίζεις και συ τη στάση σου…
Και πριν δεις καλά καλά τι σου συμβαίνει, μπαίνεις στα βαθιά.
Η γραφή, σε παρασύρει.
Η ίδια, που πριν μερικές δεκάδες σελίδων σε ταξίδευε νωχελικά, σε νεανικούς έρωτες και μετεφηβικά πάθη, η ίδια η γραφή σε παραδίδει σε αλλεπάλληλα διλήμματα και αναπάντεχες, μάλλον καταιγιστικές εξελίξεις.
Και συ (ο αναγνώστης) πρέπει να αποφασίσεις…
…με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις.
Με την αλήθεια, ή μ’ αυτό που θα ’πρεπε να ναι αλήθεια.
Γιατί ο Κοντολέων το λέει καθαρά: δε θέλει ρεαλισμό!
Μαγεία θέλει. Και μαγεία δημιουργεί. 
Μαγική άλλωστε και όχι ορθολογική (ή καλύτερα εκλογικευμένη) είναι και η τελευταία χαρακτηριστική σκηνή, όπου η πρωταγωνίστρια Ανθή, θα βρεθεί κατά πρόσωπο με το μεγάλο έρωτά της, που της θέτει πραγματικό ερώτημα ζωής, λέγοντάς της:
«Κάποτε είχαμε μιλήσει για επιθυμίες... Εγώ είχα πιστέψει πως μπορούσαμε να τις ικανοποιήσουμε... Εσύ πάντα δίσταζες... Φοβόσουνα μήπως τελικά υποτασσόσουνα σε αυτές ή πρόδιδες άλλες»
Κι όταν αυτή του αντιτείνει:
«Ποτέ, λοιπόν, δε θα καταλάβεις;», εκείνος της απαντά αφοπλιστικά:
«Δεν έχει νόημα να καταλαβαίνουμε κάτι, όταν το ζούμε...»

Έχει άραγε …;

Σας ευχαριστώ!

Ηλίας Γκοτσόπουλος

Δάσκαλος- Δημοτικός Σύμβουλος Πάτρας

22.11.14

Ερωτήσεις, απαντήσεις και σχόλια της κοινότητας Book Trolls



Ο Μάνος Κοντολέων απαντά σε ερωτήσεις των μελών της κοινότητάς μας

21/11/2014

Ο κ. Μάνος Κοντολέων είναι ο πρώτος συγγραφέας, με τον οποίο ξεκινάμε μια νέα ενότητα στη βιβλιοφιλική μας κοινότητα. Πρόκειται για την ενότητα των συνεντεύξεων. Η ιδιαιτερότητα αυτών των συνεντεύξεων, αν θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί ιδιαιτερότητα, είναι πως τις ερωτήσεις τις αποφασίζουν και τις θέτουν τα μέλη της κοινότητάς μας. Κοντολογίς, τα μέλη του BookTrolls.Gr ρωτάνε και ο συγγραφέας απαντά!

Όταν προσεγγίσαμε τον κ. Κοντολέων, «διαδικτυακά», προκειμένου να μας παραχωρήσει αυτή τη συνέντευξη, μας περίμενε μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Η απάντησή του ήταν αυτό που λέμε «ζεστή» με όλη τη σημασία της λέξης. Στα δυο – τρία emails, που ανταλλάξαμε, αισθανθήκαμε, πως μιλούσαμε με έναν πολύ ζεστό άνθρωπο· με έναν φίλο.  Ο κ. Κοντολέων μας τίμησε, λοιπόν, όχι μόνο, απαντώντας στις ερωτήσεις των μελών της βιβλιοφιλικής μας κοινότητας αλλά και με την αμεσότητα και τη ζεστασιά της ανταπόκρισής του.

Σχετικά με το συγγραφικό του έργο, θα μπορούσαμε, σίγουρα, να γράψουμε πολλές παραγράφους, αναφέροντας βραβεύσεις, αναγνωρίσεις και φυσικά ένα πλήθος βιβλίων, που έχουν αγγίξει τις καρδιές μικρών και μεγάλων αναγνωστών. Ωστόσο, θα προτιμήσουμε να «δώσουμε τον λόγο» στον ίδιο τον συγγραφέα.

1. Κύριε Κοντολέων η πρώτη ερώτηση είναι μια ερώτηση, που θα θέλαμε να ρωτήσουμε όλους τους συγγραφείς. Τι είναι αυτό που «ωθεί» κάποιον στο να αρχίσει να γράφει; Ποιο είναι (και πως είναι) εκείνο το σημείο, που είπατε «Θέλω να γράψω ένα βιβλίο»;

- Ενδιαφέρουσα ερώτηση. Μα η απάντησή μου θα αφορά μόνο εμένα. Κάθε συγγραφέας θα έχει, φαντάζομαι, και τη δική του εξήγηση στο ερώτημα αυτό. Λοιπόν, η δική μου απάντηση έχει δυο σκέλη. Το ένα αφορά την εποχή που ξεκινούσα να γράφω. Τότε αυτό που με έσπρωχνε να εκφράσω σκέψεις και συναισθήματα πάνω στο χαρτί και με τη μορφή μιας δομημένης αφήγησης δεν μπορώ να το προσδιορίσω με ακρίβεια. Ίσως επειδή ήμουνα πάντοτε μανιώδης αναγνώστης, ίσως γιατί πολύ σύντομα είχα ανακαλύψει την εξουσία που μπορεί ένας συγγραφέας να έχει πάνω στη ψυχή του αναγνώστη του, ίσως το ότι ήθελα να με ακούσουν όσο περισσότεροι άλλοι γινότανε. Αλλά αυτά τότε… Τώρα… Τώρα, μετά από κοντά σαράντα χρόνια συγγραφής και αμέτρητες σελίδες, το να γράφω είναι ο μοναδικός τρόπος ζωής που γνωρίζω. Θέλω να γράφω, όπως θέλω να αναπνέω. Κάτι περισσότερο από το ‘θέλω’… Το έχω ανάγκη για να υπάρχω.

2. Είστε πολυγραφότατος και μάλιστα σε διάφορες λογοτεχνικές κατηγορίες. Νιώθετε κάποιο λογοτεχνικό είδος περισσότερο ή λιγότερο απαιτητικό από κάποιο άλλο;

- Γράφω μυθιστορήματα για μεγάλους, για νέους, για παιδιά. Γράφω διηγήματα, παραμύθια… Το κάθε έργο μου –άσχετα σε ποια κατηγορία εντάχθηκε εκδοτικά- είναι κομμάτι της δικής μου ψυχής, δημιουργήθηκε από την ανάγκη μου να εκφράσω κάτι πολύ δικό μου. Το γιατί άλλοτε επιλέγω συνομιλητή – αναγνώστη συνομήλικο μου κι άλλοτε νεώτερο μου, το γιατί άλλοτε διαλέγω τη φόρμα μιας ρεαλιστικής αφήγησης κι άλλοτε μιας φανταστικής ή συμβολικής, ομολογώ πως δεν το ξέρω. Υποψιάζομαι διάφορα, αλλά βέβαιος δεν μπορεί να είμαι. Το πιο πιθανό, πάντως, είναι πως μου αρέσει να επικοινωνώ με άτομα διαφορετικών ηλικιών, ίσως γιατί κι εγώ ο ίδιος ενώ τη μια στιγμή βλέπω τη ζωή ως άτομο μιας κάποιας ηλικίας, την άλλη την αντιμετωπίζω με τη ματιά μιας διαφορετικής βιολογικής κατάστασης. Άρα –για να επανέλθω στο απαιτητικό που με ρωτήσατε- ότι κι αν γράφω με την ίδια ευθύνη τα αντιμετωπίζω.

3. Έχετε βραβευθεί ουκ ολίγες φορές και μάλιστα ήσασταν υποψήφιος για το διεθνές βραβείο Άντερσεν; Τι σημαίνουν αυτές οι βραβεύσεις για εσάς;

- Καλά και όμορφα είναι τα βραβεία. Μα και ιδιαιτέρως προβεβλημένα αν και δεν θα έπρεπε. Οι βραβεύσεις δεν είναι ποτέ αντικειμενικές και πολύ συχνά μπορεί κανείς να πει πως είναι και διαβλητές. Καταλαβαίνω πως ο μέσος αναγνώστης στέκεται κάπως στο αν ένα βιβλίο είναι ή όχι βραβευμένο , μιας και θεωρεί πως έτσι υπάρχει ένα αντικειμενικό στοιχείο για να το επιλέξει, αλλά οι αναγνωστικές επιλογές πρέπει να είναι πολύ προσωπικές υποθέσεις. Δεν ερωτευόμαστε τις πιο όμορφες γυναίκες και τους πιο χαρισματικούς άντρες. Ερωτευόμαστε τα άτομα που σε εμάς – στον καθένα από εμάς ξεχωριστά- έχουν κάτι το πολύ ιδιαίτερο να πούνε. Όμως –και για να μη θεωρηθώ υπερόπτης- στον κάθε συγγραφέα αρέσει να του αναγνωρίζουν την αξία του έργου του. Μόνο που αν η αναγνώριση αυτή έχει προέλθει μετά από δικές του ‘υπόγειες’ ενέργειες, τότε δεν κατανοώ πως ξεγελά τον εαυτό του και χαίρεται για κάτι που θα έπρεπε να τον κάνει να ντρέπεται.

4. Ζούμε σε μια εποχή κυριαρχίας της εικόνας. Υπάρχει, κατά τη γνώμη σας, κάποιος τρόπος να «μυήσουμε» τα παιδιά μας να αγαπήσουν το εξωσχολικό βιβλίο και τη λογοτεχνία γενικότερα;

- Αν θέλεις να βοηθήσεις κάτι να υπάρχει και να ανθίσταται στις επιθέσεις αντιπάλων του, θα πρέπει να το ενδυναμώνεις με ποιότητα. Θα κάνουμε τα παιδιά μας να αγαπήσουν το βιβλίο μόνο αν τους προσφέρουμε καλό λογοτεχνικό βιβλίο. Μα για να προσφέρεις κάτι καλό πρέπει να ξέρεις και να το ανακαλύπτεις, αλλά πιο πριν θα πρέπει αυτό το καλό να έχει δημιουργηθεί. Άρα θα έλεγα πως αν θέλουμε να βοηθήσουμε την Τέχνη του Λόγου να εγγραφεί μέσα στην καθημερινότητα των σημερινών παιδιών και αυριανών ενηλίκων, ας μην ασχοληθούμε τόσο με τους αντιπάλους της, αλλά με όσους την δημιουργούν και την φροντίζουν. Και από αυτούς να απαιτήσουμε ήθος, συνέπεια και ποιότητα

5. Έχετε επισκεφθεί πλήθος σχολείων. Το σχολείο και το εκπαιδευτικό μας σύστημα εν γένει, προωθεί το διάβασμα εξωσχολικών βιβλίων και τη φιλαναγνωσία ή μήπως με τον φόρτο εργασίας φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα;

- Προσπάθειες γίνονται. Αλλά το όλο σύστημα δεν έχει δομηθεί πάνω σε εξυπηρέτηση ενός τέτοιο υ στόχου. ‘Όμως, εγώ δεν είμαι μήτε παιδαγωγός μήτε και εκπαιδευτικός. Συγγραφέας είμαι και το μόνο (καθόλου όμως λίγο) που πρέπει να κάνω είναι να φροντίζω να γράφω τα βιβλία μου με όσο περισσότερο γίνεται ήθος και συνέπεια (όπως και στην προηγούμενη απάντησή μου τόνισα). Το πώς το έργο το δικό μου και των άλλων συγγραφέων θα αξιολογηθεί και το πώς θα το χρησιμοποιήσουνε, έχει να κάνει με άλλες δομές της κοινωνίας.

6. Είστε ένας τολμηρός, αν μας επιτρέπετε, την έκφραση συγγραφέας. Πως αλλιώς θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τον συγγραφέα του «Εέ» αλλά ταυτόχρονα και του «Ανίσχυρου Άγγελου»; Αυτό σημαίνει πως γράφετε ό,τι σας αγγίζει, χωρίς να «πλαισιώνεται», τρόπον τινά, η πένα σας;

- Όχι, δε λογοκρίνομαι. Γράφω την αλήθεια μου και αν σε κάποιον πρώτιστα λογοδοτώ είναι ο ίδιος μου ο εαυτός.

7. Παρόλο, που έχετε γράψει και βιβλία για «μεγάλους» νιώθουμε πως είστε περισσότερο γνωστός ως συγγραφέας παιδικών βιβλίων; Είναι κάτι που και εσείς το νιώθετε;

- Αναγνωρίζω πως τα έργα μου για παιδιά και νέους είναι πιο γνωστά από τα άλλα που αφορούν ενήλικους αναγνώστες. Αλλά αυτό δεν έχει να κάνει με το ότι τα πρώτα είναι πιο καλά από τα δεύτερα, αλλά με το ότι η λογοτεχνία για παιδιά και νέους στην Ελλάδα δεν ήταν ιδιαιτέρως ανεπτυγμένη, ήταν φορτωμένη με στενές παιδαγωγικές διαθέσεις κι εγώ (μαζί με κάποιους ακόμα συγγραφείς της γενιάς μου) ανεβάσαμε τις απαιτήσεις συγγραφής των βιβλίων για παιδιά και εφήβους και δημιουργήσαμε πρωτοποριακά έργα για την ντόπια παραγωγή. Κι έτσι ενώ με το «Μάσκα στο φεγγάρι» για παράδειγμα, κερδίζω το πρώτο μου Κρατικό Βραβείο Εφηβικού Βιβλίου, το «Ιστορία Ευνούχου» δεν το προσέχει η κατεστημένη κριτική. Κι έτσι ενώ το «Ο αδελφός της Ασπασίας» είναι best και long seller βιβλίο της Π. Λ. το «Ερωτική Αγωγή» απλώς καταφέρνει να υπάρχει στα ράφια των βιβλιοπωλείων. Αλλά –ας αναλογιστώ και τις δικές μου ευθύνες- κι εγώ δεν φρόντισα και τόσο να αναμειχθώ στα συστήματα ανάδειξης των συγγραφέων της ελληνικής σύγχρονης λογοτεχνίας. Το είπα και πιο πριν. Κυρίως με απασχολεί αυτό που γράφω όσο καιρό το γράφω και όχι το πώς θα το υποστηρίξω στη συνέχεια όταν πια θα κυκλοφορεί.

8. Εσείς, τι βιβλία διαβάζετε; Έχετε προτιμήσεις ως προς το λογοτεχνικό είδος ή αγαπημένους συγγραφείς;

- Διαβάζω τα πάντα.

9. Πως αισθάνεστε, όταν ολοκληρώνετε ένα βιβλίο;

- Υπερήφανος, ανακουφισμένος… Και αμέσως μετά αγχωμένος καθώς αναρωτιέμαι «Θα υπάρξει επόμενο;»

10. Έχετε έντονη και δραστήρια παρουσία στο Διαδίκτυο. Διατηρείτε προσωπικό blog, έχετε λογαριασμό στο Twitter και στο Facebook. Βοηθάνε όλα αυτά τα μέσα ένα συγγραφέα αλλά και έναν αναγνώστη;

- Πιστεύω πως το διαδίκτυο σηματοδοτεί μια νέα εποχή. Το γεγονός πως μπορεί ο καθένας μας να επικοινωνεί άμεσα με ένα θεωρητικά απεριόριστα αριθμό άλλων ανθρώπων, ενώ η Γνώση γίνεται προσβάσιμη ανά πάσα στιγμή από τον όποιον άνθρωπο, αλλάζει πολλά και δημιουργεί νέες συνθήκες. Ως συγγραφέας θέλω να επικοινωνώ, αλλά κυρίως θέλω να αισθάνομαι και να κατανοώ αυτές τις αλλαγές.Ως αναγνώστης πάλι χαίρομαι με τις ποικίλες γνώμες που μπορώ ανά πάσα στιγμή να έχω για κάποιο βιβλίο που διάβασα ή που σκοπεύω να διαβάσω. Ακόμα είναι σημαντικό που ο αναγνώστης έχει τη δυνατότητα να κοινοποιεί τις απόψεις του. Αυτού του είδους η δυναμική ανταλλαγή πληροφοριών και απόψεων αμφισβητεί την εξουσία του καταστημένου, αλλά από την άλλη κινδυνεύει να γίνει θύμα μιας άναρχης προσφοράς γνώσεων και απόψεων. Πρέπει να μάθουμε να χρησιμοποιούμε το διαδίκτυο, όπως πρέπει να γνωρίζουμε το πώς χρησιμοποιείται κάθε άλλο προϊόν της τεχνολογίας. Πάντως -για να τελειώσουμε αυτή τη συζήτησή μας με κάτι το θετικό –είναι το διαδίκτυο που μας έδωσε την ευκαιρία να επικοινωνήσουμε. Άρα…



Εκ μέρους όλης της κοινότητας,
Κύριε Κοντολέων σας ευχαριστούμε.



5 σχόλια

Nikos - 21/11/2014, 19:43
Ένας εξαιρετικός συγγραφέας και ο λόγος του πολύ ζεστός. Του ευχόμαστε κάθε επιτυχία και τον ευχαριστούμε.

Ioanna - 21/11/2014, 20:04
Εξαιρετική συνέντευξη!Το αποτέλεσμα ήταν πολύ καλύτερο απ’ότι περίμενα!Συγχαρητήρια κι στις δύο πλευρές,τους διαχειριστές της κοινότητας κι τον κ.Κοντολέων!(Προσωπικά,να σας ευχαριστήσω που συμπεριλαμβάνονται κι οι δικές μου ερωτήσεις μέσα σ’αυτή τη συνέντευξη!)

Ρούλα - 21/11/2014, 20:09
Άμεσος & κατατοπιστικός ! Έυχομαι μόνο επιτυχίες !

Mimoza - 21/11/2014, 23:23
Πολύ όμορφη συνέντευξη. Ο κ. Κοντολέων σε κάνει να νιώθεις οτι βρίσκεται κάπου γύρω και απαντά στις ερωτήσεις μας. Εύχομαι ολόψυχα να είναι γεμάτος έμπνευση και να μας χαρίζει σπουδαία βιβλία.

Nikos - 22/11/2014, 07:35
Να σας πω, ότι μόλις τώρα έλαβα ένα email από τον κ. Κοντολέων, ο οποίος μου ζήτησε να μεταφέρω σε όλα τα μέλη της κοινότητάς μας την αγάπη του :-)


πηγή:
http://booktrolls.gr/%CE%BC%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AD%CF%89%CE%BD/

Γεύση ... από τα παλιά

Πρόκειται για ένα βιβλίο που διάβασα πρώτη φορά στην εφηβεία μου και που ξαναδιάβασα μετά από χρόνια ως ενήλικη πια. Mέσα από την ιστορία δύο νέων παιδιών, της Φαίδρας και του Οδυσσέα, o συγγραφέας μιλάει για το aids. Το κάνει με ευθύτητα και χωρίς καμία ωραιοποίηση και ευαισθητοποιεί τα νέα παιδιά, όχι με διδακτισμό και κουνώντας το δάχτυλο, αλλά διηγούμενος την αλήθεια μιας ιστορίας με ήρωες δύο παιδιά σαν αυτά που θα διαβάσουν το βιβλίο. Είναι μια ιστορία που κουβαλάει όλη την ορμή και την ομορφιά αλλά μαζί και την απερισκεψία της νιότης. Και επισημαίνει, παρουσιάζοντας πολύ υγιείς σχέσεις γονιών-παιδιών, τον καθοριστικό και αναντικατάστατο ρόλο των μεν στη ζωή των δε, ως το μόνο πραγματικό στήριγμα όταν όλα γκρεμίζονται. Το βιβλίο, αν και σκληρό λόγω θέματος, αφήνει τελικά την αίσθηση ότι η ζωή, ακόμα και μέσα στη σκοτεινιά της, μπορεί να έχει φωτεινές στιγμές, είναι γλυκιά και πικρή μαζί. Σαν πικραμύγδαλο.

Φοίβη Λέκκα


Πηγή:

 http://www.mothersblog.gr/i-politistiki-atzenta-tis-evdomados/item/21903-afieroma-paidikon-vivlion-apo-ti-foivi-lekka#ixzz3Jn1P5tCP

17.11.14

Προσπαθεί να γνωρίσει , μαζί με τους πρωταγωνιστές του, τον κόσμο που ο ίδιος πλάθει...




Από την παρουσίαση του μυθιστορήματος "Δυο φορές Άνοιξη" στο βιβλιοπωλείο της Πάτρας ΄Πολύεδρο' (14/11/2014)    

 Καταρχάς, θέλω να ευχαριστήσω το Πολύεδρο για την ευκαιρία που μου δίνει να μιλήσω για την «επαφή» μου με το καινούριο μυθιστόρημα του Μάνου Κοντολέων, «Δυο φορές Άνοιξη» εκδ. Πατάκη. Για μένα είναι ιδιαίτερη χαρά, διότι πρόκειται για έναν εξαιρετικά αγαπητό και επιτυχημένο συγγραφέα και αυτό αποδεικνύεται όχι μόνο από την αποδοχή του στο ευρύ κοινό, αλλά κυρίως στην αποδοχή που έχει από ένα δύσκολο αναγνωστικό κοινό, τα παιδιά.
   Γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι όλα έχουν λεχθεί στα μυθιστορήματα, στα διηγήματα, ποιήματα και στα υπόλοιπα λογοτεχνικά είδη. Θέματα όπως ο έρωτας, η αγάπη, ο θάνατος και ούτω καθεξής, είναι βασικές έννοιες που προβάλλονται συνέχεια. Αυτό, όμως, που καθιστά ικανό έναν συγγραφέα ή ποιητή είναι ο τρόπος με τον οποίο τα παρουσιάζει, τα εκφράζει. Ο τρόπος αυτός έγκειται στην ιδιαιτερότητα της γραφής, στην πρωτοτυπία, στις επιρροές και βιώματα, στις ιδέες που όλα αυτά διαφέρουν από συγγραφέα σε συγγραφέα και από ποιητή σε ποιητή. Υπό αυτές τις συνθήκες, θεωρώ ότι ο Μάνος Κοντολέων είναι ένας συγγραφέας που ξεχωρίζει για τον τρόπο που χειρίζεται τις θεματικές στα έργα του και όχι μόνο. Αναφύεται η απλότητα που σε συνδυασμό με την ποιητική του έκφραση, σε κάθε έργο του, προσπαθεί να γνωρίσει , μαζί με τους πρωταγωνιστές του, τον κόσμο που ο ίδιος πλάθει, σαν ένα παιδί που εξερευνεί με παρθενικό τρόπο τον κόσμο στον οποίο καλείται να ζήσει.
   Ας εστιάσουμε, όμως, στο εν λόγω έργο που συγκαταλέγεται στο ονομαζόμενο ερωτικό μυθιστόρημα. Οι ζωές δύο νέων ανθρώπων, της Ανθής και του Δημήτρη καθώς και των οικείων τους, συναντιούνται και πριν οι αυτοί νέοι κλείσουν τα είκοσι τους χρόνια, μία απρόσμενη εγκυμοσύνη της Ανθής τους οδηγεί στο γάμο και σύντομα στη γέννηση ενός δεύτερου παιδιού. Τα χρόνια περνούν και ενώ ο Δημήτρης εξελίσσεται επαγγελματικά η Ανθή βιώνει  την πλήξη τις καθημερινότητας, την απομάκρυνση από τις δικές της ανάγκες και  επιθυμίες, νιώθοντας ανελεύθερη και εγκλωβισμένη σε έναν τετριμμένο τρόπο ζωής. Μέχρι τη στιγμή που θα βρεθεί στο δρόμο της ένας νέος φωτογράφος , ο Μανουήλ και θα διαταράξει τις ισορροπίες της, καθώς θα εισχωρήσει σε νέους κόσμους και θα γνωρίσει το πάθος και τον έρωτα. Και κάτι ακόμα, το δίλημμα της επιλογής. Ο ερχομός και ενός τρίτου παιδιού και αυτή τη φορά είναι κορίτσι, θα τη φέρει αντιμέτωπη με άλλους προβληματισμούς. Ωστόσο, παραμένει στην οικογένεια της, μακριά, όμως, από τις επιθυμίες της.
   «Επιθυμία», μία από τις πιο βασικές έννοιες του έργου. Τα πρέπει, οι ανάγκες, θέλω, διαδραματίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέλιξη της ζωής των προσώπων, καθώς αυτά καθίστανται το σημείο αναφοράς, είναι το έναυσμα για την πραγματοποίηση των πράξεων των ηρώων. Άλλωστε, αυτό συμβαίνει και στην πραγματικότητα. Εντούτοις, υποχωρούν τα θέλω των ανθρώπων, θυσιάζονται στο βωμό μιας συμβιβασμένης ζωής χωρίς κάποιο πάθος (πάθος σε οποιοδήποτε επίπεδο) ή τουλάχιστον χωρίς κάποια ανατροπή; Κάνουμε λόγο, λοιπόν, για μία ζωή που δεν είναι εν εξελίξει. Και τίθεται και ένας άλλος προβληματισμός, κατά πόσο μας δίνεται μία δεύτερη ευκαιρία, μία «δεύτερη άνοιξη» που θα είμαστε παρόντες να την αδράξουμε, ώστε να απελευθερωθούμε από τα δεσμά της αδράνειας και να περάσουμε στην απέναντι όχθη της ελπίδας και της δράσης.
   Έτσι, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, θεωρώ πως «Δυο φορές Άνοιξη» είναι η δεύτερη ευκαιρία που μας δίνεται για να ολοκληρώσουμε κάτι που δεν μπορέσαμε να πραγματώσουμε. Στο μυθιστόρημα ,όμως , δεν διέκρινα μόνο τις απραγματοποίητες επιθυμίες της Ανθής, αλλά και  τις χαμένες ευκαιρίες της μητέρας της, Χριστίνας Γκλαβάνη, που τις άφησε για μία υποτιθέμενη καλύτερη ζωή στην πόλη. Η περιγραφή της μητέρας της Ανθής αποπνέει μία μελαγχολία για το απραγματοποίητο μαζί με αυτό το πικρό «Πια» που δηλώνεται μέσα στα λόγια της για την αδυναμία της να εκπληρώσει τα όνειρά της και ίσως την αδημονία να είναι το παιδί της εκείνο που θα αποτελέσει τη δεύτερη άνοιξη, μία δεύτερη προσπάθεια ,για να ατενίσει το μέλλον και ολοκληρώσει τις επιθυμίες. Θα της δοθεί της Ανθής η δεύτερη άνοιξη; και αν ναι με ποιον τρόπο;
   Το ρεαλιστικό σε συνδυασμό με το ονειρικό στοιχείο εμφιλοχωρούν στην τέχνη του Μ.Κ. Αρχικά, άνθρωποι συνηθισμένοι με όλα τα πάθη, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της καθημερινής ζωής, εικόνες οικείες στον αναγνώστη, εμπλέκονται ποιητικά , αλλά και με μεταφυσικά στοιχεία, για παράδειγμα το όνειρο της Χριστίνας Γκλαβάνη με τις δύο όμοιες γυναίκες που συμβόλιζαν δύο φορές την άνοιξη. Ακολούθως, και η συχνή αναφορά σε διάφορους στίχους από τραγούδια ή η αναφορά σε στίχους της Μαρίας Πολυδούρη πριν από κάθε μέρος/ θεματική ενότητα, αποδεικνύει την τρυφερή προσέγγιση του συγγραφέα στα δρώμενα της ιστορίας.
   Θα ήθελα, επίσης, να αναφερθώ και σε ένα άλλο μοτίβο που κρίνω ότι είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Η αίσθηση της μυρωδιάς, των αρωμάτων που παίζουν σημαντικό ρόλο στην τέχνη του Μ.Κ. Το διακρίνουμε και σε άλλα έργα του όπως «Γεύση Πικραμύγδαλου», «Λεβάντα της Άτκινσον», αποδίδοντας έτσι ένα δικό του άρωμα ζωής και αίσθησης του είναι στην τέχνη του. «Μυρίζει σαν την πρώτη μέρα της άνοιξης», λόγια αληθινά που δείχνουν την ομορφιά της ζωής και που φανερώνουν ότι μία από τις πέντε αισθήσεις μας μας οδηγεί σε νοσταλγικές εικόνες, σε περιγραφές προσώπων και γεγονότων.
   Επιπρόσθετα, παρατηρούμε την άμεση επαφή του συγγραφέα με τη φύση. Άλλωστε αυτό φαίνεται και από τον τίτλο του μυθιστορήματος. Διακρίνουμε ένα περίεργο παιχνίδι με τα χρώματα, τα οποία τα αναμειγνύει με τα στοιχεία της φυσικής ομορφιάς. Ενδεικτικά, αναφέρω το πράσινο χρώμα των ματιών τω δύο ανδρών, του Δημήτρη είναι «σε απόχρωση ανοιξιάτικου φύλλου» ενώ του Μανουήλ «πράσινο χρώμα της θάλασσας που υπόσχεται ταξίδια, παραδείσια νησιά, λησμονημένα ναυάγια»Το ίδιο χρώμα, διαφορετικό όμως βλέμμα. Και επίσης το χρώμα των ματιών του κοριτσιού που είναι πράσινα και αποκαλύπτεται στο τέλος τι θυμίζουν.
    Μέσα από την απλότητα της γλώσσας, τη ζωντανή και άμεση γλώσσα, ο Μ.Κ. καταφέρνει να μας κερδίσει με το καινούριο του έργο. Με εύστοχο τρόπο, τοποθετεί τις λέξεις που γίνονται άθυρμα των λογοτεχνικών του διαθέσεων. Αυτή η απλότητα μαζί με την ωριμότητα και εκλέπτυνση δε σημαίνει κάτι το πρόχειρο και περιττό. Αντιθέτως, θέλει κατοχή της τέχνης των μέσων αλλά είναι και μία στάση ηθική, που δεν περιφρονεί τον άνθρωπο και που τον καθοδηγεί στο δρόμο της κατανόησης. Γλώσσα που κινητοποιεί τις αισθήσεις μας και που μας παρέχει μία εις βάθος λεπτομερή περιγραφή των προσώπων, χωρίς να κουράζει και αυτό αποφέρει ένα θετικό αποτέλεσμα.
    Είναι ένα κείμενο ρεαλιστικό και παράλληλα με στοιχεία μυθιστορηματικά ,το οποίο μας βάζει να λογιστούμε τι πραγματικά έχει ανάγκη ο καθένας μας. Ένα κείμενο που μας δείχνει ότι η ζωή μας παρέχει απλόχερα όχι μία φορά αλλά δύο φορές την άνοιξη , αρκεί να την αντιληφτούμε γρήγορα και να την αποδεχτούμε.       

                                                                            Μαριβάσια Κολλιοπούλου

                                                                          Φοιτήτρια του τμήματος Φιλολογίας                                                                                               του Πανεπιστημίου Πατρών.                        

15.11.14

Ομογενείς και ελληνική λογοτεχνία (ΕΘΝΙΚΟΣ ΚΗΡΥΞ)


Η ελληνική λογοτεχνία… βοηθά τους ομογενείς να έχουν στενή σχέση με την πατρίδα

Συνέντευξη στο Εθνικό Κήρυκα Νέας Υόρκης

12 / 11/ 2014



Μάνος Κοντολέων - Ενας συγγραφέας «κεφάλαιο» για το ελληνικό βιβλίο, για το παιδικό -και όχι μόνο- βιβλίο. Ενας άνθρωπος που η πορεία του στην συγγραφή σου δίνει την εντύπωση ότι γεννήθηκε για να γράφει. Και εδώ που τα λέμε κάπως έτσι είναι αφού, όπως λέει και ο ίδιος, «γύρω στα δώδεκα χρόνια μου άρχισα κι εγώ να γράφω». Από τότε έβγαλε το πρώτο του βιβλίο γύρω στα 1979 και μέχρι σήμερα έχει μία πολύ πλούσια συλλογή σε βιβλία, περιοδικά, άρθρα, εφημερίδες, έργα, μεταφράσεις, με μυθιστόρημα, νουβέλα, διήγημα, παραμύθι, δοκίμιο. Δηλαδή ό,τι έχει σχέση με χαρτί και με μολύβι, με αποτύπωση του μέσα μας στο χαρτί ο κ. Κοντολέων έχει την υπογραφή του.

Ο Αθηναίος συγγραφέας και πολυβραβευμένος από την Eταιρία Eλλήνων Λογοτεχνών και από τον Kύκλο του Eλληνικού Παιδικού Bιβλίου δεν γράφει για να …γράψει ή για να πουλήσει. Γράφει γιατί απλά έχει πολλά να πει, έχει πολλά να δώσει, έχει πολλά να προσφέρει. Και το κάνει με τον καλύτερα δημιουργικό τρόπο για τα παιδιά και τους γονείς. Για τους μικρούς μας ηγέτες της ζωής μας ο κ. Κοντολέων έχει μια πλειάδα από βιβλία για όλες τις ηλικίες και όλους τους …τύπους των παιδιών. Για τα «μεγάλα παιδιά», όμως, τους γονείς, έχει τα δικά τους βιβλία αλλά και πολλούς προβληματισμούς βγαλμένους από την ζωή. «Οσο κι αν κάποιος φοβάται για το αύριο, όσο κι αν πιστεύει πως η καθημερινότητα θα είναι δύσκολη, δε θα πρέπει να απελπίζεται. Πρέπει να ονειρεύεται καλύτερες μέρες και να προσπαθεί αυτές οι πιο καλές μέρες να έρθουν το συντομότερο δυνατόν», τονίζει ο κ. Κοντολέων και στέλνει το μήνυμα στους σημερινούς γονείς με τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, ενώ παράλληλα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για όσους παίρνουν αψήφιστα κάποια θέματα «θεωρώ πως με αυτό που αποφασίζουμε σήμερα καθορίζουμε αυτό που θα μας συμβεί αύριο. Δεν θέλω να θεωρήσω ως απειλή αυτό που ίσως θα ματαιώσει ό,τι ονειρευτήκαμε. Αλλά αντίθετα το αντιμετωπίζω ως εμπειρία. Η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι μια σειρά από μάχες. Ακόμα κι αν χάσεις κάποιος μερικές, σημασία έχει το να κερδίσει τον πόλεμο».

Για τον κ. Κοντολέων «ένα βιβλίο είναι μια από τις πολλές εμπειρίες που ένας άνθρωπος γνωρίζει στη ζωή του. Συνεισφέρει στην αλλαγή της προσωπικότητας, αλλά δεν είναι το μόνο που το κάνει. Μέσα από τα βιβλία γνωρίζουμε ή επιβεβαιώνουμε αυτά που ή δεν έτυχε εμείς οι ίδιοι να ζήσουμε ή αν και τα γνωρίσαμε δεν τα είχαμε πολυεδρικά αντιμετωπίσει».
Συνεπώς το βιβλίο είναι το μέρος που «έχει κρυφτεί μια καρδούλα που πάλλεται. Στο κάθε βιβλίο, του κάθε συγγραφέα υπάρχει ένα έστω και μικρό νεύμα επικοινωνίας». Και αυτό το «νεύμα επικοινωνίας» είναι που κάνει τον κ. Κοντολέων να πιστεύει ότι «η ελληνική λογοτεχνία βοηθά τους ομογενείς να διατηρούν μια στενή και ουσιαστική σχέση με την πατρίδα».


«Περιοδικό»: Η αγάπη σας για το βιβλίο έχει αποδειχτεί από τα χρόνια που βρίσκεσθε στο χώρο της συγγραφής βιβλίων. Πότε παρουσιάστηκε στη ζωή σας το… μικρόβιο;

Μάνος Κοντολέων: «Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου αγαπούσα τα βιβλία και τις ιστορίες που αυτά μου χαρίζανε. Ηταν, λοιπόν, αναμενόμενο, εκεί γύρω στα δώδεκα χρόνια μου να ξεκινήσω κι εγώ να γράφω. Μικρές καθημερινές ιστορίες βασισμένες στις παιδικές μου εμπειρίες. Κι έτσι ανακάλυψα τη χαρά να εκφράζεις με λέξεις τα συναισθήματά σου και να τα μοιράζεσαι με άλλους».

«Περιοδικό»:Το συγγραφικό σας έργο είναι πολύ μεγάλο. Παιδικά, νεανικά αλλά και για ενήλικες. Αν σας ζητούσε κάποιος να του πείτε ποιο βιβλίο σας σημάδεψε περισσότερο τι θα απαντούσατε;
Μάνος Κοντολέων: «Είναι αλήθεια πως έχω γράψει πολλά βιβλία και πολλών ειδών. Οσο κι αν όλα τα αγαπώ όπως ο γονιός το ίδιο αγαπά όλα του τα παιδιά, δε μπορώ να κρύψω πως υπάρχουν μερικά που κατέχουν μια ξεχωριστή θέση αν όχι στην καρδιά μου, σίγουρα μέσα στη σκέψη μου. Αλλά το ποια είναι δεν θέλω να το φανερώσω. Γιατί αυτό που ο συγγραφέας αγαπά στο έργο του δεν είναι κατ’ ανάγκη το ίδιο και για τον κάθε αναγνώστη του».

«Περιοδικό»:Εχετε γράψει στον ιστότοπο σας:
Οταν είμαι -ή θέλω να είμαι- αισιόδοξος, τότε γράφω για παιδιά.
Οταν ονειρεύομαι μια επανάσταση, τότε γράφω για τους εφήβους.
Οταν φοβάμαι, τότε είναι που γράφω για τους ενήλικες.
Εσείς πως αισθάνεστε περισσότερο; Παιδί, έφηβος ή ενήλικας; Και από που πηγάζει;
Μάνος Κοντολέων: «Ανάλογα με ότι συμβαίνει στη προσωπική ζωή μου, αλλά και στον κόσμο όλο, είμαι άλλοτε αισιόδοξος κι άλλοτε πάλι φοβάμαι. Βέβαια, όσο κι αν κάποιος φοβάται για το αύριο, όσο κι αν πιστεύει πως η καθημερινότητα θα είναι δύσκολη, δε θα πρέπει να απελπίζεται. Πρέπει να ονειρεύεται καλύτερες μέρες και να προσπαθεί αυτές οι πιο καλές μέρες να έρθουν το συντομότερο δυνατόν. Ετσι κι εγώ γράφω για αναγνώστες κάθε ηλικίας γιατί μου αρέσει να είμαι δίπλα και σε παιδιά και σε εφήβους και σε ενήλικες. Οπως επίσης το ίδιο μου αρέσει να έχω δίπλα μου άτομα κάθε ηλικίας και φύλου. Θα έλεγα πως εν τέλει γράφω για να έχω πάντα γύρω μου πολλούς, μα πολλούς φίλους. Τους αναγνώστες μου».

«Περιοδικό»:Στο «Δυο φορές Ανοιξη» παρακολουθούμε την ζωή μιας κοπέλας, ήσυχης, ήρεμης, που μικροπαντρεύτηκε και άλλαξε πορεία στη ζωή της. Μια τροπή που τη συναντάμε αρκετά ειδικά στις παλαιότερες γενιές. Θεωρείτε ότι τα απωθημένα από μια τόσο ξαφνική αλλαγή στα όνειρά μας μπορεί να είναι απειλητικά για το μέλλον μας;
Μάνος Κοντολέων: «Μέσα στο μέλλον υπάρχει το παρελθόν μας. Οσο κι αν αποδέχομαι και το τυχαίο στη ζωή του κάθε ανθρώπου, θεωρώ πως με αυτό που αποφασίζουμε σήμερα καθορίζουμε αυτό που θα μας συμβεί αύριο. Δεν θέλω να θεωρήσω ως απειλή αυτό που ίσως θα ματαιώσει ό,τι ονειρευτήκαμε. Αλλά αντίθετα το αντιμετωπίζω ως εμπειρία. Η ζωή του κάθε ανθρώπου είναι μια σειρά από μάχες. Ακόμα κι αν χάσεις κάποιος μερικές, σημασία έχει το να κερδίσει τον πόλεμο».

«Περιοδικό»:Στα βιβλία σας έχετε πολλές φορές επικεντρωθεί σε θέματα «καυτά» για την Κοινωνία μας, όπως τα ναρκωτικά, το AIDS, η απιστία/επιθυμία, τους μετανάστες, αλλά και τραγικά γεγονότα όπως ο θάνατος ενός μαθητή (Βασισμένο στον Γρηγορόπουλο). Είναι η ανάγκη σας να εκφράσετε τα γεγονότα ή ανάγκη σας να ομορφύνετε έναν κόσμο που συνέχεια ασχημεύει;
Μάνος Κοντολέων: «Μέλος μιας κοινωνίας είμαι. Κι όσο κι αν προσωπικά δεν έχω ζήσει ό,τι έχω κατά καιρούς περιγράψει στα βιβλία μου, δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να τοποθετούμαι μπροστά σε επίκαιρα ή διαχρονικά ζητήματα. Δεν φιλοδοξώ να αλλάξω τον κόσμο. Αλλά προσπαθώ να αλλάξω τη ματιά ενός ανθρώπου -του εκάστοτε αναγνώστη μου».

«Περιοδικό»:Θεωρείτε ότι μέσα από ένα βιβλίο ο άνθρωπος μπορεί να ωριμάσει; Μπορεί να δει την ζωή ποιο θετικά;
Μάνος Κοντολέων: «Ενα βιβλίο είναι μια από τις πολλές εμπειρίες που ένας άνθρωπος γνωρίζει στη ζωή του. Συνεισφέρει στην αλλαγή της προσωπικότητας, αλλά δεν είναι το μόνο που το κάνει. Μέσα από τα βιβλία γνωρίζουμε ή επιβεβαιώνουμε αυτά που ή δεν έτυχε εμείς οι ίδιοι να ζήσουμε ή αν και τα γνωρίσαμε δεν τα είχαμε πολυεδρικά αντιμετωπίσει».

«Περιοδικό»:Διηγόσαστε τη ζωή της Ανθής και την καθημερινότητά της δίνοντάς μας από την αρχή την αίσθηση ότι κάτι λείπει. Τελικά η Ανθή αισθάνθηκε ποτέ ολοκληρωμένη και αν όχι ήταν στόχος σας να παρουσιάσετε ότι ο άνθρωπος δεν ολοκληρώνεται;
Μάνος Κοντολέων: «Στόχος μου -και πιστεύω μου- είναι πως ο άνθρωπος συνεχώς οδεύει προς μια ολοκλήρωση. Οι περισσότεροι βαδίζουμε σε αυτόν τον δρόμο χωρίς συνειδητή προσπάθεια για να κατανοήσουμε τους εαυτούς μας. Αλλά η ζωή είναι γεμάτη από εμπειρίες και μαθήματα. Μια Γνώση είναι η ζωή που ποτέ δεν τελειώνει. Η Ανθή -αφού με ρωτήσατε γι αυτήν- κάποια στιγμή πλησίασε την ολοκλήρωση. Την ίδια ώρα τέλειωνε και το βιβλίο. Μα η ζωή της ηρωίδας μου συνεχίζεται και δεν μπορώ πια εγώ να σας πω αν η ίδια θα καταφέρει να κρατήσει αυτήν την ωριμότητα. Οπως κάθε πλάσμα, έτσι και οι ήρωες ενός βιβλίου έχουν ευθύνη των πράξεών τους».

«Περιοδικό»: Η Ανθή αν και επέτρεψε στον εαυτό της μια παρασπονδία ήταν πάντα υπόδειγμα μητέρας. Θεωρείτε ότι όλοι μας έχουμε δικαίωμα στο λάθος;
Μάνος Κοντολέων: «Δεν ξέρω αν η Ανθή έκανε λάθος ή όχι. Στην ουσία δεν ξέρω ποιο τυχόν είναι αυτό το λάθος που υπονοείτε. Το ότι παντρεύτηκε σε πολύ νεαρά ηλικία; Μα κάτι τέτοιο γιατί σώνει και κακά να θεωρήσει κανείς πως είναι λανθασμένη απόφαση; Μήπως επειδή αφέθηκε να ζήσει ένα μεγάλο έρωτα; Μήπως ήταν λάθος που δεν ακολούθησε αυτόν τον έρωτα μέχρι τέλους;… Πολύ απλά σας το δηλώνω -αυτό που κάνουμε παρορμητικά ποτέ δεν θα πρέπει εκ των υστέρων ή να το κατακρίνουμε ή να το θαυμάζουμε. Ακολουθήσαμε την παρόρμηση μιας στιγμής -αυτό και μόνο. Αυτό και μόνο έκανε η Ανθή δυο φορές στη ζωή της».

«Περιοδικό»:Ο Δημήτρης από την άλλη επέτρεψε αρκετές. Ο άντρας είναι ποιο ευάλωτος στο πειρασμό; Τον βλέπουμε όμως ότι ποτέ δεν προσπάθησε να αφήσει το σπίτι του. Η αγάπη ήταν αυτό που τον κράτησε ή το αίσθημα της ευθύνης απέναντι στα παιδιά του;
Μάνος Κοντολέων: «Και για τις πράξεις του Δημήτρη τα ίδια έχω να πω. Αλλά κι αυτός -όπως και η Ανθή- όταν είδαν πως αυτά που οι παρορμήσεις τους οδήγησαν, είχαν πια να κάνουν με τη ζωή ενός άλλου, τότε βάλανε στην άκρη τις παρορμήσεις και πράξανε με σοβαρότητα και συναίσθημα ελεγχόμενο».

«Περιοδικό»: Ούτε στην Ανθή επιτρέψατε να φερθεί επιπόλαια και να φύγει. Είναι η άποψή σας ότι ο γάμος πρέπει να κρατιέται με όποιο τίμημα; Ή ότι υπήρχε η αγάπη ανάμεσα στο ζευγάρι και έπρεπε απλά να βρεθεί ξανά η φλόγα;
Μάνος Κοντολέων: «Πιστεύω πως ένας γάμος αξίζει να σωθεί αν είναι υγιής. Αν δεν είναι ας διαλυθεί. Μα μόνο οι ίδιοι οι δυο σύζυγοι μπορεί να ξέρουν αν ο γάμος τους αξίζει να σωθεί ή όχι».

«Περιοδικό»: Η Αλίκη είναι το άκρως αντίθετο της Ανθής, όμως φίλες παντοτίνες. Πιστεύετε στη φιλία που δεν σβήνει στο χρόνο και αν ναι τι βάσεις πρέπει να έχει;
Μάνος Κοντολέων: «Υπάρχουν φιλίες που κρατάνε μια ζωή. Νομίζω όμως πως είναι σπάνιες. Κι αν κάτι τέτοιο επιτευχθεί είναι για πολλούς λόγους. Στην περίπτωση των δυο ηρωίδων μου πιστεύω πως αυτό που τις ενώνει είναι το ότι διαφέρουν μεταξύ τους, αλλά η μια θαυμάζει αυτό που η άλλη είναι».

«Περιοδικό»: Μέσα στο βιβλίο σας αναφέρεστε πολλές φορές στην ποίηση. Την έχετε τολμήσει; Το σκέφτεστε;
Μάνος Κοντολέων: «Διαβάζω ποίηση. Βλέπω συχνά με τον τρόπο όρασης που ένα ποίημα διαθέτει. Και έχω γράψει κι εγώ κάποια ποιήματα… Κάποτε… Πριν από πολλά, πάρα πολλά χρόνια».

«Περιοδικό»: Για τους γονείς πρώτος ρόλος στη ζωή τους έχουν -και πρέπει να έχουν- τα παιδιά τους. Ομως μια μάνα και ένας πατέρας δεν παύουν να είναι άνθρωποι. Πιστεύετε ότι η συνήθεια και η ρουτίνα μπορεί να μετατρέψει τον έρωτα σε μίσος ή ακόμα χειρότερα σε αδιαφορία; Ποιο ήταν το μεγαλύτερο λάθος του ζευγαριού του «Δυο φορές Ανοιξη»;
Μάνος Κοντολέων: «Πιστεύω πως χωρίζουν οι σύζυγοι. Οι γονείς δεν χωρίζουν. Εννοώ πως το κάθε παιδί πρέπει να βλέπει πως οι δυο γονείς του πάντα το φροντίζουν, ακόμα κι όταν ζούνε ξεχωριστά. Το λάθος της Ανθής και του Δημήτρη ήταν πως κάποια στιγμή αφέθηκαν σε μια καθημερινή ρουτίνα. Κράτησε ο καθένας τους τα δικά του όνειρα και τις δικές του διαψεύσεις. Ως ζευγάρι δεν σχεδιάσανε ένα μέλλον. Αφεθήκανε -αυτό ήταν το λάθος τους».


«Περιοδικό»:Πόσα βιβλία έχετε; Πρόσφατα αναρτήσατε στο διαδίκτυο φωτογραφίες με τις βιβλιοθήκες σας που είναι ουκ ολίγες. Τα έχετε διαβάσει όλα; Εχετε σταματήσει ποτέ το διάβασμα ενός βιβλίου ή τελειώνεται ό,τι ξεκινάτε;
Μάνος Κοντολέων: «Α, πάρα πολλά βιβλία έχω στη βιβλιοθήκη μου. Και πολλά έχω κατά καιρούς δωρίσει σε βιβλιοθήκες, συλλόγους κλπ. Η μόνη καταναλωτική μου μανία έχει να κάνει με την απόκτηση βιβλίων. Αγοράζω βιβλία από τα παιδικά μου χρόνια. Το πάθος μου γι αυτά με έχει οδηγήσει σε ακραίες ενέργειες. Διαβάζω κάθε μέρα. Και πολύ συχνά έχω σταματήσει την ανάγνωση ενός βιβλίου προτού το τελειώσω. Ισως μια άλλη φορά να το συνεχίσω. Ισως όχι. Ο κόσμος των βιβλίων για μένα δεν διαφέρει και τόσο από τον κόσμο των ανθρώπων. Ζω μαζί τους, δίπλα τους, απέναντί τους. Συνομιλώ μαζί τους, διαφωνώ, παθιάζομαι, αδιαφορώ».
«Περιοδικό»:Θεωρείται ότι το καλό μυθιστόρημα εκτιμάται πάντα από το κοινό;
Μάνος Κοντολέων: «Οχι».

«Περιοδικό»:Οι ομογενείς μας αγαπάνε την Ελληνική λογοτεχνία. Ποιο από τα βιβλία σας θα τους προτείνατε οπωσδήποτε να διαβάσουν και ποιο όχι;
Μάνος Κοντολέων: «Τόσα βιβλία και τόσοι αναγνώστες. Αφού εγώ τα έγραψα, τα βλέπω σαν παιδιά μου. Δεν μπορώ να τα ξεχωρίσω. Οι αναγνώστες μου ας επιλέξουν μόνοι τους. Μόνο που τους παρακαλώ ακόμα κι αν δεν τους αρέσει αυτό που θα διαβάσουν, ας το σεβαστούν. Μέσα σε κάθε βιβλίο έχει κρυφτεί μια καρδούλα που πάλλεται. Στο κάθε βιβλίο, του κάθε συγγραφέα υπάρχει ένα έστω και μικρό νεύμα επικοινωνίας».

«Περιοδικό»:Και μία συμβουλή στους ομογενείς μας από έναν τόσο επιτυχημένο και έμπειρο του χώρου συγγραφέα.
Μάνος Κοντολέων: «Δεν μου αρέσει να δίνω συμβουλές. Προτιμώ να ακούω τους άλλους να μου δίνουν εκείνοι μια συμβουλή. Αλλά μιας το ζητήσατε, ας πω πως πιστεύω πως η ελληνική λογοτεχνία βοηθά τους ομογενείς να διατηρούν μια στενή και ουσιαστική σχέση με την πατρίδα. Ομως φαντάζομαι πως αυτό που μόλις συμβούλεψα να είναι γνωστό από τους αναγνώστες αυτών των σελίδων της εφημερίδας σας. Άρα η συμβουλή μου αυτή είναι μάλλον περιττή. Προτιμώ να εκφράσω τη χαρά μου που μου δώσατε την ευκαιρία αυτής της συζήτησης».

«Περιοδικό»: Κύριε Κοντολέων σας ευχαριστούμε πολύ.
Μάνος Κοντολέων: «Κι εγώ, πολύ σας ευχαριστώ».

http://www.ekirikas.com/%CE%BC%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AD%CF%89%CE%BD-%CE%B7-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CF%84%CE%B5%CF%87%CE%BD%CE%AF/

3.11.14

Ποιος είναι αυτός που θα αξιωθεί Δυο φορές Άνοιξη;



www.tvxs.gr


Ο συγγραφέας Μάνος Κοντολέων, αφηγείται τη δημιουργική εμπειρία της συγγραφής -από την ιδέα μέχρι το τυπογραφείο - του τελευταίου του μυθιστορήματος που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πατάκη.

"Συνήθως γράφω τα βιβλία μου ξεκινώντας από κάποιο γεγονός ή κάποιο πρόσωπο που θα αποτελέσει τη βάση του έργου μου.
Στη συνέχεια αποφασίζω για το πως θα αρχίσω την εξιστόρηση και σχεδιάζω σε γενικές γραμμές το τέλος.
Και κατόπιν,  από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, ολοκληρώνεται το έργο.

Μα με το τελευταίο μου αυτό μυθιστόρημα, δεν γράφτηκε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο.
Αντίθετα πρώτα κατασκεύασα όλο τον βασικό σκελετό   των γεγονότων, ολοκλήρωσα σχεδόν πλήρως τους κεντρικούς χαρακτήρες και μετά πλέον ξεκίνησα τη γραφή.

Με αυτόν τον τρόπο δουλεύοντας είχα μεγαλύτερη δυνατότητα να μορφοποιήσω το έργο μου πάνω στους τρεις βασικούς άξονες που ήθελα να αναφερθώ.
Αυτοί οι άξονες υπάρχουν σχεδόν σε όλα μου τα βιβλία. Αποτελούν βασικά ζητήματα προβληματισμών μου. Αλλά ποτέ άλλοτε δεν συνυπήρξαν ισότιμα.

Α. Ο έρωτας

Σχεδόν σε όλα μου τα έργα με απασχολεί ο τρόπος που εκφράζουν οι άνθρωποι τη σχέση τους με το ερωτικό ένστιχτο. Πόσο τους απογειώνει ή τους καταθλίβει, αν τους κάνει ευτυχισμένους ή δυστυχισμένους, αν έχουν πληγωθεί ή αν πληγώσανε, αν ξεγελαστήκανε ή όχι. Αν οι επιθυμίες τους ανθίσανε ή εν τέλει μαραθήκαν.

Β. Η πατρότητα

Ενώ η έννοια και η φύση της μητρότητας είναι απ΄ όλους μας παραδεχτή και κατά κάποιον τρόπο όλοι έχουμε την ίδια άποψη για το περιεχόμενο και την ουσία της, δεν συμβαίνει το ίδιο με την πατρότητα.

Ποιος είναι ο πατέρας; Αυτός που καθορίζεται από τη Φύση ή αυτός που ορίζεται με κοινωνικά κριτήρια. Πόσο ο πατέρας, ως ενσυνείδητο ον, αναλαμβάνει τις ευθύνες της πράξης του από την πρώτη στιγμή;

Όλοι μας αποδεχόμαστε πως η γυναίκα είναι αυτή που δίνει τη ζωή. Αλλά σε μια πολύ ενδιαφέρουσα ταινία, η ηρωίδα όταν ο άντρας τής αναγνωρίζει αυτήν την ικανότητα, εκείνη του απαντά πως «οι άντρες προσφέρουν τον θάνατο, άρα την αιώνια ζωή» .
Με δυο λόγια, πόσο βαθιά μπορεί να φτάσει η πατρότητα;

Γ. Λογοτεχνία για πολλούς

Υπάρχει καλή και κακή λογοτεχνία; Και αν ναι, τότε είναι απαραίτητο η καλή να απευθύνεται σε λίγους και η κακή σε πολλούς;
Μπορεί να υπάρξει καλή λογοτεχνία που συνάμα να αγγίζει τα ενδιαφέροντα μεγάλου αριθμού αναγνωστών;
Σε αυτά τα ερωτήματα ψάχνω συνέχεια για απαντήσεις.

Προσωπικά θεωρώ πως δεν υπάρχει κακή λογοτεχνία. Η λογοτεχνία (ως Τέχνη του Λόγου) μόνο καλή μπορεί να είναι. Διαφορετικά δεν έχουμε λογοτεχνία, αλλά αφήγηση γεγονότων.

Και με τίποτε δεν μπορώ να αποδεχτώ πως η ικανή και αναγκαία συνθήκη για να θεωρηθεί ένα μυθιστόρημα καλό είναι τα να γίνεται κατανοητό μόνο από λίγους και δυσνόητο από τους πολλούς. Αυτή τη σκέψη την αποδεικνύουν τα μεγάλα κλασικά έργα.

Πάνω, λοιπόν, σε αυτούς τους τρεις άξονες αποφάσισα να στήσω την πλοκή, αλλά και την ουσία του «Δυο φορές Άνοιξη».

Θέλησα τα πρόσωπα του έργου μου να είναι καθημερινοί άνθρωποι, με όλα τα καθημερινά πάθη τους και όλες τις καθημερινές όμορφες ή όχι  στιγμές τους. Και μέσα από αυτά τα καθημερινά τους λάθη να οδηγηθούν σε μια στιγμή όπου όλα θα φωτίζονται με ένα άλλο φως.

Μια ιστορία που δείχνει να αφορά μια γυναίκα –τη γυναίκα του διπλανού διαμερίσματος και ένα άντρα –τον άντρα που ίσως να δουλεύει στο διπλανό γραφείο.
Μέσα στην κοινή ζωή τους θα περάσει ως διάτων αστέρας ένας άλλος άνθρωπος που θα έχει όλα όσα οι ίδιοι δεν διαθέτουν. Αλλά που μπορεί να ήθελαν να τα διέθεταν και να τολμούσαν να τα πράξουν. Την ίδια στιγμή που κι εκείνος, ο άλλος,  ίσως να θωρακίζεται πίσω από την μοναδικότητά του, για να αποφύγει τη δέσμευση μιας σχέσης, μα έτσι και να χάνει και τις αντίστοιχες προεκτάσεις της.

Αλλά η ίδια η ζωή ακολουθεί δρόμους επανάληψης. Η Άνοιξη έρχεται και επανέρχεται…
Και τελικά ποιος είναι αυτός που θα αξιωθεί να ζήσει… «Δυο φορές Άνοιξη»;
Ο συμβατικός Δημήτρης, ο εκκεντρικός Μανουήλ ή η διχασμένη Ανθή;

Κάπως έτσι ξεκίνησε και κάπως έτσι τελείωσε το μυθιστόρημα αυτό.
Το ξεκίνησα μόλις άρχιζε μια νέα χρονιά, στο σπίτι μου στην Κηφισιά και το ολοκλήρωσα καθώς υποδεχόμουνα το Φθινόπωρο στο Πήλιο, στο χωριό που μου αρέσει να ξεφεύγω από την δική μου καθημερινότητα.

Τώρα πλέον το μυθιστόρημα αυτό είναι για μένα παρελθόν.
Μα δίπλα μου ήρθαν να κατοικήσουν  οι ήρωές του και τους βλέπω να συνομιλούν με τα άλλα πρόσωπα που κατά καιρούς σχεδίασα για να ζούνε μέσα σε όσα εγώ –όπως κάθε συγγραφέας- ονειρεύεται και σχεδιάζει.-"


Πρώτη δημοσίευση στο:
http://tvxs.gr/news/biblio/poios-einai-aytos-poy-tha-aksiothei-na-zisei%E2%80%A6-dyo-fores-anoiksi


2.11.14

Στην εφημερίδα Θεσσαλία (26/10/2014)

Συνομιλία με την Αργυρώ Μουντάκη
Στην εφημερίδα Θεσσαλία  (26/10/2014)



 Κύριε Κοντολέων είστε καταξιωμένος συγγραφέας για όλες τις ηλικίες. Ήταν όνειρο παιδικό; Πώς προέκυψε;

-Από τη μητέρα μου, που μου έλεγε ιστορίες παρμένες μέσα από την καθημερινότητα, εγώ έμαθα να παρακολουθώ ότι συμβαίνει γύρω μου. Και μετά, μέσα στα βιβλία που διάβαζα, έβρισκα πολλά από αυτά που εγώ είχα αισθανθεί. Μέχρι που κάποια στιγμή (εκεί γύρω στα 12 ήμουνα) αποφάσισαν να γράψω κι εγώ μια δική μου εμπειρία και να την μοιραστώ με άλλους. Τη λύπη μου για τον θάνατο ενός αγαπημένου μικρού ζώου την έκανα διήγημα και την έστειλα να δημοσιευθεί στο περιοδικό «Διάπλαση». Κι έτσι ξεκίνησαν όλα…

Η οικογένεια σας πόσο καθόρισε την επιλογή αυτή;

-Οι γονείς μου στάθηκαν δίπλα μου από το πρώτο εκείνο διήγημα μέχρι τη μέρα που έφυγαν από κοντά μας. Υπήρξαν οι πρώτοι αναγνώστες των πρώτων μου συγγραφικών σχεδιασμάτων. Μεγάλο κι αυτό το δώρο που μου κάνανε.

Οι σπουδές σας συνέβαλαν; Τι θα προτείνατε στα νέα παιδιά, που θέλουν να γίνουν συγγραφείς;

-Σπούδασα Φυσική γιατί… Γιατί ήμουνα ανορθόγραφος κι έτσι δεν θα μπορούσα να περάσω σε μια θεωρητική σχολή. Με τη Φυσική τελικά δεν ασχολήθηκα, αλλά έχει σταθεί η αιτία να πιστεύω πολύ στη δομή ενός έργου λογοτεχνικού.  Γι αυτό και δεν έχω κάτι συγκεκριμένο να προτείνω σε ένα νέο που θέλει να γίνει συγγραφέας. Παρά μόνο να του πω πως ότι κι αν σπουδάσει, αν θέλει να γίνει ένας υπεύθυνος συγγραφέας πρέπει πάνω απ΄ όλα να διαβάζει πολλά και διάφορα.

Μανόλο και Μανολίτο ή Μανολίτο και Μανόλο; Ποιος επηρεάζει ποιον περισσότερο; Ή μια εποικοδομητική διάδραση δίχως περισσότερο ή λιγότερο;

-Οι αληθινά ουσιαστικές σχέσεις στηρίζονται στην αμοιβαιότητα. Από τον μικρό Μανολίτο, ο μεγάλος Μανόλο παίρνει τη φρέσκια ματιά. Και ο Μανολίτο ρουφά την πείρα του Μανόλο.

Η φύση έχει θεϊκό ρόλο στο βιβλίο αυτό. Ως άνθρωπος πώς φιλοσοφείτε μαζί της ή εξ’ αιτίας της;

-Η οικολογική συνείδηση πρέπει να στηρίζεται στην βάση πως ο άνθρωπος είναι μέρος κι αυτός της Φύσης. Προστατεύω τη Φύση σημαίνει προστατεύω τον εαυτό μου και τους άλλους ανθρώπους. Μέσα στη Φύση υπάρχει όλος ο κύκλος της ζωής. Και αν από κάπου μπορούμε να πάρουμε κάτι ελπιδοφόρο, είναι από την ίδια τη Φύση… Από το κυκλάμινο που κάθε φθινόπωρο ξεπετιέται μέσα από το χώμα, ακριβώς στο ίδιο το σημείο που είχε θαφτεί.

Η σχέση παππού εγγονού σας έχει απασχολήσει πολύ στα έργα σας. Νομίζω και πριν γίνετε ο ίδιος παππούς. Σα να ήσασταν έτοιμος να γίνετε παππούς…

-Αν τα παιδιά μου στάθηκαν η αφορμή να γράψω  παιδικά βιβλία, ο εγγονός μου είναι τώρα η αιτία να αναζητώ το πώς μπορεί κάποιος να αμφισβητεί την πλήξη και να ανακαλύπτει τη χαρά του παιχνιδιού.

Η ζήλεια των παιδιών σας απασχολεί και «Στο Νησί της Ροδιάς» και στο «Κόκκινο καραβάκι κόκκινο ποδήλατο»…

- Δεν είχα αδέλφια. Η σχέση μεταξύ αδελφών μου είναι άγνωστη. Μα καταλαβαίνω πως πρέπει να είναι δυνατή. Κι όπως κάθε δυνατή σχέση άλλοτε θωπεύει κι άλλοτε πληγώνει.

Η προσφυγιά είναι άλλο θέμα που σας απασχολεί. Ποιο θεωρείτε το χειρότερο δεινό για τους πρόσφυγες;

-Οι γονείς μου είχαν έρθει από τη Σμύρνη. Κι έτσι ξέρω πολύ καλά το τι μπορεί να σημαίνει για κάποιον να του στερείς το δικαίωμα να τριγυρνά στα μέρη που κάποτε ανάσαινε.


Κάποτε μου είχατε πει ότι γράψατε ένα βιβλίο σε μία μέρα. Είναι θέμα έμπνευσης, οργάνωσης ή κάτι άλλο μία τόσο παραγωγική μέρα;

-Ο χρόνος για να γραφτεί ένα βιβλίο δεν έχει να κάνει μόνο  με πόσες ώρες είσαι πάνω από το πληκτρολόγιο του υπολογιστή σου. Αλλά κυρίως με τον πόσο καιρό η ιδέα και η δομή απασχολούν τη  σκέψη σου. Έχω μάθει να δουλεύω πολύ με το μυαλό κι έτσι γενικά ο χρόνος που χρειάζομαι για να καταγράψω τις ιδέες συχνά είναι πολύ πιο λίγος. Με άλλα λόγια –και για να απαντήσω ακριβώς στην ερώτηση αυτή- δεν είναι τόσο θέμα έμπνευση όσο οργάνωσης.

Από την επαφή σας με τα παιδιά στα σχολεία τόσα χρόνια τώρα, τι σας έχει κάνει περισσότερο εντύπωση; Κάτι που σας έχει μείνει αξέχαστο…

-Κάθε φορά είναι και μια άλλη φορά. Γιατί αν ο κάθε άνθρωπος διαφέρει από τον άλλο, πόσο μάλλον το κάθε παιδί από το διπλανό του. Από τις επισκέψεις μου στα σχολεία και δίνω και παίρνω. Και εκείνο που κάθε φορά ως πολύτιμο λάφυρο κουβαλώ  μαζί μου είναι τα παιδικά τους μάτια.


Πώς βλέπετε τη σύγχρονη εκδοτική παραγωγή και για το βιβλίο που στοχεύει στους ενήλικες αναγνώστες και γι’ αυτό που στοχεύει στα παιδιά.

 -   Η κρίση έχει κι εδώ αφήσει το αποτύπωμά της. Βιβλία που στοχεύουν στο γρήγορα κέρδος μιας κατανάλωσης. Μα σκέφτομαι –εγώ που ξεκίνησα τη συγγραφική μου πορεία τα χρόνια που έπεφτε στον τόπο μας η χούντα- πως δεν μπορεί κάποια στιγμή θα βρεθούν οι συγγραφείς εκείνοι που θα γράψουν με ένα νέο ήθος λογοτεχνία για αναγνώστες μικρούς και μεγάλους. Αλλά αν θέλετε μια πιο εξειδικευμένη σκέψη μου –αυτό πιο δύσκολα θα επιτευχθεί στη λογοτεχνία για παιδιά. Κι αυτό γιατί είναι πολύ πιο δύσκολο το είδος της αφήγησης που απευθύνεται σε παιδιά και εφήβους.

Σας ευχαριστώ θερμά!

 -  Κι εγώ για την τόσο ουσιαστική αυτή συζήτηση.