28.11.14

Για την ποιήτρια Αθηνά Παπαδάκη

Να μιλήσω, δυο κουβέντες να πω μου ζητήθηκε, για την Αθηνά Παπαδάκη.
Την ποιήτρια και τη φίλη.
Μα, ναι… Από το 1979 που γνωριστήκαμε μέχρι σήμερα, τώρα –πόσα χρόνια !- δεν μπορώ μήτε και θέλω να ξεχωρίσω τη φίλη από την ποιήτρια.
Γι αυτό και τώρα θα προσπαθήσω να περιγράψω το τι είναι για μένα η φίλη, μέσα από τα ποιήματα της ποιήτριας. Αλλά μπορεί να συμβεί και ακριβώς το αντίστροφο. Μέσα από την ποιήτρια να μιλήσω για τη φίλη.
Ξεφυλλίζω, λοιπόν, ποιητικές συλλογές, διαβάζω στίχους και διασχίζω τα χρόνια.
1979 – Μπορώ να ταξιδέψω με μια λέξη
Με αυτόν τον στίχο από το «Αρχάγγελος από μπετόν» η Αθηνά μου συστήθηκε.
Και μετά το 1981, η Αθηνά καταφέρνει να περιγράψει μέσα στο λαμπερό μεσημέρι της νιότης μας, το μέλλον που θα μπορούσε να μας περιμένει.
Από την «Αμνάδα των ατμών», διαβάζω στίχους  για κάποια κυρία Μαίρη:
Αυτή είμαι, της φροντίδα η πυκνότερη.                                  
Αγαπώ τις γωνιές
Όπου
Μοναχικά ψίχουλα τοποθετούν τα μυστικά τους…
… Βλέπεις,
Τα παιδιά μεγάλωσαν, έφυγαν, πού και που, πάω και
                                                                    Τα βοηθάω.
Βιαστήκαμε να προεξοφλήσουμε το μέλλον; Μπορεί. Κι άλλωστε καθώς ωριμάζει η Αθηνά, ωριμάζει και η γενιά της.
Κι έτσι έρχεται μέσα στο 1986, ανάμεσα στις σελίδες του «Γη και πάλι» να θέσει ερωτήσεις –ενότητες πανάρχαιου πάθους:
Το γάλα πριν γίνει ρευστό που φωλιάζει;
Ποιος στα κελιά των μαστών φυλακίζει τη μάνα;
Τα δαντελένια γάντια στους σεισμούς τι θέση θα πάρουν;
Η αλήθεια αν λυθεί τι ανέμους θ’  αφυπνίσει;
Ερωτήσεις που συμπυκνώνουν μια αγωνία θα έλεγα. Την αγωνία να ζήσει κανείς τη Ζωή.
Κι άλλωστε στην ίδια πάντα συλλογή είναι που είχα διαβάσει :
Κοίτα
Έδειξε η γιαγιά
Αυτά που δεν έζησα είναι
Που πιο πολύ μίσησα
Που πιο πολύ εναντιώθηκα…
Πολύ συχνά –τότε- πολλοί ήταν εκείνοι που θεωρούσαν ότι η Αθηνά Παπαδάκη είναι η ποιήτρια εκείνη που γράφει για το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα.
Δεν έκαναν λάθος. Μόνο που το να είσαι γυναίκα μέσα από την γυναικεία ματιά της Παπαδάκη σημαίνει πρώτιστα να είσαι άνθρωπος.
Να –το 1989, στο «Ωχροτάτη έως του λευκού»- που αν και κρυμμένοι πίσω από τίτλο ποιήματος που παραπέμπει σε πόρνες,  οι παρακάτω στίχοι γεφυρώνουν την ανθρώπινη μοίρα ανδρών και γυναικών
*Δεν υπάρχουν λάθη* μόνο ζωή
*Κι όπως ο θάνατος δεν ξέρει τη σεμνοτυφία
*Θεοφρούρητη και η κόλαση είναι
Η Αθηνά Παπαδάκη χαράζει την δική της πορεία.
Με αυτογνωσία όσο και με άγνοια –έτσι δεν δημιουργούνται όλα τα έργα Τέχνης.
Και ωριμάζει η γενιά μας.
Και καθώς ξεκινά η ακμή της παρακμιακής πολιτείας μας, έρχεται το 1992 η  «Λέαινα της βιτρίνας» και από εκείνη τη συλλογή διαβάζω :
Ξαφνικά μας εγκαταλείπουν τα κουμπιά
Όπως οι ψευδαισθήσεις.
Όπως το πρέπει –σπάει κάποτε
Γεμίζοντας τη ζωή θρύψαλα.
Για κάθε ευλύγιστο και δίχως αμοιβή
Ραγίζω,
Διασαλεύω την τάξη, άρα υπάρχω.
Α, μα δεν μπορώ να μη θυμάμαι χρόνια τώρα εκείνο το δίχως αμοιβή και το τελικά άρα υπάρχω
Ποιητές πρέπει να ήταν και οι προφήτες.
Έχουμε πια φτάσει στο 1996 και οι πορείες των ανθρώπων της γενιάς μας έχουν καθοριστεί. Που έχει ο καθένας μας τοποθετηθεί είναι πλέον δεδομένο.
Βέβαια το κλίμα της εποχής δεν δείχνει πως θα έχουν μέλλον οι  ποιητές.
Μα όποιος το υποψιάζεται αν τολμήσει και το πει, κανείς δε θα τον πιστέψει.
Εγώ όμως έχω εμπιστοσύνη στους παλιούς καλούς  φίλους όπως την Αθηνά κι έτσι δεν μπορώ παρά να την πιστέψω καθώς στη συλλογή «Η άγρυπνη των ουρανών» διάβασα:
Είμαι πανάκριβη
Δε εγγυώμαι παρά μόνο τη στάχτη.
Ναι κάποιοι υποψιαζόμαστε και πρώτη απ΄ όλους τους άλλους υποψιασμένους η Παπαδάκη –ίσως γιατί πολύ συχνά δηλώνει: Είμαι ποιήτρια- το γράφει κιόλας:
Αρνιότανε να κρατάει ομπρέλα,
Γιατί τα δαχτυλίδια της ήταν μεσημβρινά
Κι ήθελαν ήλιο για να λάμπουν τα όνειρα,
Πολυτελέστερα των κοσμημάτων
Η Αθηνά Παπαδάκη μιλά σιγανά και γελά δυνατά.
Ίσως και γι αυτό η ποίηση της να είναι τόσο προσεκτική στη χρήση των λέξεων.
Τίποτε περιττό. Μα και τίποτε τσιγκούνικο.
Δε με πιστεύετε;
Ακούστε τον στίχο αυτόν:
Αν κάτι παραμένει εντός μου αθάνατο, είναι η ουτοπία.
Η δήλωση αυτή γίνεται το 1998 στη συλλογή «Στη βασιλίδα του εξώστη»
Και στην ίδια συλλογή, λίγες σελίδες πιο κάτω μια ερώτηση:
Τι παραμένει αδάμαστο κι απ΄ τ΄ όνειρο ακόμα;
Προσπαθούσα να δώσω τη δική μου απάντηση.
Οι συνθήκες ζωής ολοένα αλλάζανε κι η Αθηνά έμενε φίλη, αλλά δεν την έβλεπα συχνά.
Μα τους φίλους που γράφουν ποίηση ακόμα κι αν όχι πολύ συχνά τους βλέπεις, το ξέρεις πως την κατάλληλη στιγμή θα βρεθούν δίπλα σου για να ερμηνεύσουν το προχώρημα προς ένα αχνό ακόμα, μα ήδη διακριτό τέλος.
Δεν είναι τίποτε.
Φύση αλλάζεις όταν ερωτεύεσαι,
Αλλά τη φύση του θανάτου
Δεν τη  μεταβάλλεις.
Έχουμε πια φτάσει στα 2001 και σε μια ώριμη στιγμή της Αθηνάς.
Η συλλογή «Ο θάνατος και η Κόρη» είναι που έχει φιλοξενήσει τους πιο πάνω στίχους.
Μια συλλογή που κάπου στην αρχή της  θέτει το ερώτημα
Μα πού αρχίζει η μοίρα
Πού το λάθος σταματά;
Και που προς το τέλος δίνει μια κάποια απάντηση:
Δεν είναι μέρα μήτε νύχτα
Και ούτε φανερώνεται σημάδι εποχής.
Μόνο τ΄ αηδόνι της μοίρας
Στο νήμα της ζωής.
Ωριμάζει η γενιά μας Αθηνά γι αυτό κι εσύ αναγνωρίζεις την εξουσία της μοίρας;
Αυτό αναρωτιόμουνα τότε, αλλά όλα –μου εξήγησε η Παπαδάκη- δεν είναι κατ΄ ανάγκην και μοιραία.
Γιατί υπάρχουν τα «Φύλλα Τροφής» του 2005
Εδώ διαλέγει η ποιήτρια το προσωπείο της πεζογράφου κι με αυτήν την ασφάλεια περιγράφει… Ασφάλεια είπα; Μήπως θα έπρεπε να έλεγα μια άλλη πλέον σεμνή λέξη;
 Με ράθυμο χέρι, μα με πόση ευκολία αποκτώ, συχνά χαϊδεύω, ότι αξίζει να φαγωθεί.   
Μα μπορεί πια –έχει τέτοιας ποιότητας πορεία διανύσει – που μπορεί πια να  ξεστομίσει:
Βαρετό να έχεις πάντοτε ανθρώπους για συνδαιτυμόνες.
Και άλλωστε μήτε η ίδια αποποιείται αυτή την τάση απομόνωσης
Την ίδια τη χρονιά, με λόγο και πάλι ποιητικό  ανάμεσα σε στίχους που διαβάσαμε στη συλλογή «Προς άγνωστον» υπάρχει και η διαπίστωση:
Έχοντας περπατήσει επί των υδάτων
Δεν υπάρχει επιστροφή.
Χάθηκαν τα νερά.
Παρατηρώ, καθως τώρα φυλλομετρώ τις ποιτικές συλλογές της Παπαδάκη πως στις περισσότερες την ίδια φωτογραφία χρησιμοποιεί.
Όχι, σκέφτομαι τώρα, τυχαία.
Γιατί αυτό που θέλει η ποιήτρια να τονίσει είναι όχι η ωριμότητα της όψης, αλλά της σκέψης.
2011 και «Με λύχνο και λύκους» και ακούστε πως το ώριμο αποκτά την εικόνα του ανθρώπινου:
Γυναίκα ριγμένη
Στα ξένα χέρια
Όπως το χαμομήλι
Στο βραστό νερό.
Καταπραϋνει,
Παίρνοντας στ΄ άνθη του
Τον πόνο των άλλων.
 Κάτι από μια πρώτη συλλογή της Αθηνάς μου έρχεται στο νου και ίσως αυτό να είναι που δείχνει την πλήρη ποιητική της ολοκλήρωση μα και την πληρότητα σκέψεων και συναισθημάτων. Η κυκλική πορεία.
Δεν επιστρέφει. Επανέρχεται.
Έτσι λέω εγώ.
Αλλά η Αθηνά ίσως να διαφωνεί μαζί μου
Αφού:
Κάθε στιγμή
Με νέα υπογραφή
Η ζωή.
Και η ποίηση;
Αυτό έχει γράψει στη συλλογή αυτής  της χρονιάς –«Το κοπάδι»

Τελικά αυτό που λίγο πιο πριν είπα –πως η Αθηνά μιλά σιγανά, μάλλον είναι σωστό.
Τουλάχιστον εγώ, Αθηνά μου, έτσι σε ακούω.
Και πολύ σε ευχαριστώ που έχεις γράψει:
Απ΄ την οχλαγωγία
Ανέρχεται,
Μεσ’  την ουράνια ακουστική,
Ο ψίθυρος.
Και ακυρώνεται το «φωνή βοώντος εν τη ερήμω»

Καλά να είσαι και πάντα δημιουργική

Πολλά φιλιά σου δίνω από τον καιρό του Αρχάγγελου έως την εποχή του Κοπαδιού.
Πάντα φίλος σου θέλω να είμαι.

(Διαβάστηκε σε μια βραδιά αφιερωμένη στην ποιήτρια και φίλη Αθηνά Παπαδάκη - 26/11/2014 στο Floral)