25.9.15

Δάχτυλα πάνω στο σώμα της - Ο Θανάσης Tριαρίδης γράφει στο iporta.gr

Από το παραδεκτό κέλυφος στο αληθινό σώμα (για τον Μάνο Κοντολέων), του Θανάση Τριαρίδη 


1. Το λογοτεχνικό έργο του Μάνου Κοντολέων (περισσότερα από 60 βιβλία στις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες) παρά την αναμφίβολη αναγνώρισή του συγγραφέα του στην πρωτοκαθεδρία της λεγόμενης «παιδικής λογοτεχνίας» ήδη από την δεκαετία του 1980, αποτελεί ως προς τη συνολική αναγνωστική πρόσληψη και την κριτική του αξιολόγηση μία πολλαπλή παγίδα: o μεγάλος όγκος του έργου, το θεματικό του εύρος και η (από ένα σημείο και πέρα συνειδητά υβριδική) ειδολογική του πολυμορφία καθιστούν την μέχρι τώρα λογοτεχνική κατάθεση του Κοντολέων κρυφό σημείο για αναγνώστες και κριτικούς (και είναι παράξενο να συμβαίνει αυτό για έναν συγγραφέα που έχει πουλήσει στην περιορισμένων ορίων ελληνόγλωσση αγορά, περισσότερα από μισό εκατομμύριο αντίτυπα). Επιπλέον, η εκδοτική ανάγκη διαχωρισμού του έργου του σε «παιδική», «εφηβική» και «ενήλικη λογοτεχνία», ενώ καταρχάς βοήθησε τη δουλειά του να φτάσει σε περισσότερους αναγνώστες, νομίζω πως εγκλώβισε (και εγκλωβίζει) την συνολική πρόσληψή της και συσκοτίζει την δυνατότητα αναγνωστικής εμπλοκής σε λογής πολλαπλότητες, σε αφηγηματικές υποθέσεις ταυτοτικής διασάλευσης που για τον Κοντολέων αποτελούν την πεμπτουσία της δουλειάς του. Στα παραπάνω ας προστεθεί το μοίρασμά του έργου του σε μικρές, ενδιάμεσες ή μεγαλύτερες φόρμες, η εναλλαγή του ποιητικού εξπρεσιονισμού με τον ψυχογραφικό ρεαλισμό καθώς και η διαρκής μετάβαση από το άχρονο του παραμυθητικού αλληγορικού λόγου στο απολύτως συγκεκριμένο του ρεαλιστικού μυθιστορήματος ή αφηγήματος. Όλα αυτά ωστόσο, παρά την προφανή αμηχανία που δημιουργούν σε ένα κοινό εθισμένο στις κατηγοριοποιήσεις (και εφόσον ο αναγνώστης αποφασίσει να αφήσει στην άκρη ετούτη την αμηχανία) συγκροτούν ένα γοητευτικό καλειδοσκόπιο αφηγήσεων, χαρακτήρων, αλληλοεξαρτήσεων και διακινδυνεύσεων στο οποίο η λογοτεχνία γιορτάζει.   2. Η διαπραγμάτευση της ταυτότητας είναι κατά την εκτίμησή μου η καταστατική συνθήκη του έργου του Μάνου Κοντολέων – και η οικογένεια είναι το πρωταρχικό περιβάλλον όπου η ταυτότητα αυτή διαμορφώνεται, αμφισβητείται και στρεβλώνεται προκειμένου στη συνέχεια να δοκιμαστεί στην κοινωνία. Για τον Μ. Κ. η αλήθεια της ανθρώπινης ταυτότητας περιβάλλεται από κελύφη που την κρύβουν ή και την φυλακίζουν: η κοινωνία και οι ρόλοι που αποδίδει, η οικογένεια και οι νοσηρότητες που επιβάλλει, το σώμα και οι βιολογικοί φραγμοί που παραδίνονται ως ιερά δεδομένα. Δεν είναι τυχαίο πως η φράση του Άμλετ «Τίποτε από εμένα δεν φαίνεται» (μτφρ. Γιώργου Χειμωνά) βρίσκεται ως προμετωπίδα σε δύο από τα πιο κομβικά μυθιστορήματα του Μ.Κ, το «εφηβικό» Μάσκα στο Φεγγάρι και το «ενήλικο» Ιστορία Ευνούχου (για μένα το βιβλίο αυτό είναι κλειδί στο συνολικό έργο του Μ.Κ.) – καθώς και στο προσωπικό site του συγγραφέα.   3. Δεν χρειάζεται κανείς να παραπέμψει στον Φρόιντ και στον Φουκώ, για να πει πως (τουλάχιστον για τον πολιτισμό της Δύσης) η σεξουαλικότητα (και η διαχείριση της σεξουαλικότητας) είναι ο πυρήνας της ταυτότητας – και η θεμελιακή αφετηρία της ανθρώπινης κατάστασης. Από τον Φλομπέρ και τον Ουάιλντ μέχρι τον Μπολάνιο και τον Ουελμπέκ, οι ευρωπαϊκές αφηγήσεις των τελευταίων διακοσίων χρόνων μπορούν να διαβαστούν (και) ως μία σταθερή πορεία προς αυτή την παραδοχή. Και η διαπραγμάτευση της ερωτικής ταυτότητας μέσα από τα δεσμευτικά κελύφη οδηγεί περίπου νομοτελειακά στην προφανέστερη διασάλευση της στερεοτυπικής ερωτικής ταυτότητας, την αφηγηματική διαχείριση του ομοφυλόφιλου εαυτού: ο Καβάφης (ίσως δραστικότερα από κάθε άλλον), ο Ζιντ, ο Προυστ, ο Ζενέ, ο Τένεσι Ουίλιαμς, ο Φασμπίντερ και εκατοντάδες άλλοι τοποθέτησαν την ομοφυλόφιλη επιθυμία και την διαδρομή προς την ομοφυλόφιλη ταυτότητα (: την ομοφυλόφιλη χειραφέτηση) στο κέντρο της ανθρώπινης περιπέτειας, της ακαθόριστης αναμέτρησης της ύπαρξης με τον κόσμο και με το πεπρωμένο.   4. Εφόσον, λοιπόν, έχουμε να κάνουμε με ένα έργο που κεντρώνεται πάνω στην ταυτότητα και τις διασαλεύσεις της, θα ήταν το λιγότερο οξύμωρο να απουσιάσουν από το έργο του Κοντολέων ήρωες που άλλοτε συνειδητά και οργανικά κι άλλοτε αμφίθυμα, αμφίγνωμα και απροσάρμοστα καλούνται να διαπραγματευτούν τον ομοφυλόφιλο εαυτό τους. Από τα βιβλία του Μ.Κ. που εκδόθηκαν ως «λογοτεχνία για ενήλικες» τέτοιος είναι ο ήρωας της Ιστορίας Ευνούχου (ο ευνούχος Έλενος), τέτοιος είναι ο ήρωας της Ερωτικής Αγωγής (ο Άρης Βαλλής), τέτοια είναι η ηρωίδα του αριστουργηματικού διηγήματος «Δόλος» (από τη συλλογή διηγημάτων Σχεδόν Έρωτας), εμπνευσμένο από τη ζωή της Πολωνοαμερικανίδας αθλήτριας Στανισλάβας Βαλασίεβιτς. Και στις τρεις αυτές αφηγήσεις οι ήρωες κυριολεκτικά κατακτούν τραυματικά και επώδυνα την ερωτική τους ταυτότητα – και στη συνέχεια αυτή τους η χειραφέτηση αιμοδοτείται (και συνάμα πληρώνεται) με το τίμημα του θανάτου. [Και εδώ ας σημειώσω πως δύο από τις συλλογές των εξπρεσιονιστικών παραβολών του Κοντολέων, οι Ερωτικές Ιστορίες μιας Παιδικής Ηλικίας και η Μαγική Μητέρα, υπογραμμίζουν την ζωτική σύνδεση της ερωτικής συνειδητοποίησης με το γεγονός του θανάτου.]   5. Το μυθιστόρημα Δάχτυλα Πάνω στο Σώμα της (Εκδόσεις Πατάκη 2015), μπορεί να πει κανείς ότι προστίθεται σε αυτή την ακολουθία των ενήλικων βιβλίων του Κοντολέων που κεντρώνονται στον ομοφυλόφιλο εαυτό. Επίσης, μπορεί κανείς να το λογαριάσει ως τρίτο μέρος μιας τριλογίας μυθιστορημάτων που έγραψε ο Κοντολέων στα χρόνια 2013-2015 (τα δύο προηγούμενα βιβλία είναι το Μέλι Κόλλησε στα Χείλη, Εκδόσεις Πατάκη 2013 και Δυο Φορές Άνοιξη, Εκδόσεις Πατάκη 2014). Και στα τρία αυτά μυθιστορήματα, που διαδραματίζονται στην Ελλάδα του σήμερα (σωστότερα: στην Ελλάδα της τελευταίας δεκαπενταετίας), έχουμε ως κεντρικό θέμα τον θηλυκό ερωτικό αυτοπροσδιορισμό: για την ακρίβεια την διαδρομή των κεντρικών ηρωίδων από τον ερωτικό ετεροπροσδιορισμό στον εν τέλει ταυτοτικό αυτοπροσδιορισμό. [Θα μπορούσαμε να πούμε πως στην άτυπη αυτή τριλογία ο Κοντολέων επαναδιαπραγματεύεται με διάθεση μυθιστορηματικής εκλαΐκευσης τις κεντρικές θεματικές του έργου του.]   Ωστόσο στην περίπτωση του Δάχτυλα Πάνω στο Σώμα της ο ομοφυλόφιλος εαυτός αποκαλύπτεται σε ένα καινούριο για τον Κοντολέων (και όχι μόνο για τον Κοντολέων) επίπεδο: την γυναικεία ομοφυλοφιλία. Πρόκειται για ένα θέμα-ταμπού στην ελληνόγλωσση λογοτεχνία για λόγους προφανείς (και παρά το εκτυφλωτικό προηγούμενο της Σαπφώς): η γυναικεία ομοφυλοφιλία είναι μια τριπλή κατάρα καθώς εμπεριέχει τις τρεις κύριες στοχοποιήσεις μίσους του χριστιανισμού (και των μονοθεϊσμών γενικότερα): την γυναικεία φύση, την αναζήτηση της ηδονής και την ομοφυλόφιλη επιθυμία – κι όλα αυτά μαζί. Μοιραία ελάχιστες είναι οι νεοελληνικές αφηγηματικές καταθέσεις που κεντρώνονται στο περιεχόμενο (γνωστότερη από όλες, το πρόσφατα επανασυζητημένο μυθιστόρημα Η Ερωμένη της της Ντόρας Ροζέττη, γραμμένο στα τέλη της δεκαετίας του 1920). Το Δάχτυλα Πάνω στο Σώμα της είναι –εξ όσων γνωρίζω– το πρώτο νεοελληνικό μυθιστόρημα που θεματικά κεντρώνεται στη γυναικεία ομοφυλοφιλία και είναι γραμμένο από άντρα – και, από τη σκοπιά αυτή, αξίζει κανείς να μελετήσει το πώς επιχειρεί ένας συγγραφέας να αφηγηθεί συναισθηματικούς κόσμους και υποσυνείδητες ροπές τις οποίες εξ ορισμού δεν μπορεί να δοκιμάσει και να επιβεβαιώσει βιωματικά.   6. Στο κέντρο του Δάχτυλα πάνω στο σώμα της βρίσκεται η Λία Λυγερού – μια νέα γυναίκα που γεννιέται προς το τέλος της δεκαετίας του 1980 (και είναι αξιοσημείωτο πως για τρίτο στη σειρά μυθιστόρημα ο Κοντολέων μιλάει για μια επόμενη από τη δική του γενιά – μια γενιά που γεννιέται στα χρόνια της μεταπολίτευσης και ενηλικιώνεται γύρω στο Millenium, δηλαδή τη γενιά των παιδιών του), μοναχοπαίδι μιας αστικής οικογένειας της Αθήνας και, κατά το σύνηθες, πολύ καλή μαθήτρια της οποίας το μέλλον μοιάζει ασφαλώς προδιαγεγραμμένο: θα σπουδάσει οδοντιατρική, θα γίνει οδοντίατρος με δικό της έτοιμο από την οικογένειά της ιατρείο, θα παντρευτεί και θα κάνει οικογένεια. Πίσω από αυτήν την κατασκευή φωλιάζει, αρχικά κρύβεται και στη συνέχεια ασφυκτιά, η αληθινή Λία: το κορίτσι ερεθίζεται σεξουαλικά από το ίδιο φύλο και την αίσθηση της γυναίκας γύρω της, η φοιτήτρια που βρίσκει την ηδονή στο ρίγος που γεννούν τα γυναικεία δάχτυλα πάνω στο σώμα της, η γυναίκα που οφείλει στον εαυτό της να διεκδικήσει την ομοφυλόφιλη ταυτότητά της έναντι του σώματός της, της οικογένειάς της, του συζύγου της, της κοινωνίας της οποίας είναι (και θέλει να είναι) οργανικό μέλος. Το μυθιστόρημα, παρά το άπλωμά του σε μια πολύμορφη δεκαπενταετία της νεοελληνικής πραγματικότητας, παρά το μοίρασμα του σε δύο πόλεις (Αθήνα και Θεσσαλονίκη) και σε τουλάχιστον δεκαπέντε χαρακτήρες, αρθρώνεται αυστηρά πάνω στην ταυτοτική διαδρομή της κεντρικής ηρωίδας: την διαδρομή από το παραδεκτό κέλυφος (παραδεκτό βιολογικά, οικογενειακά, κοινωνικά) στο αληθινό σώμα. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα μυθιστόρημα θέσης, για ένα μυθιστόρημα ιδεών – ή (και με άλλα λόγια) πρόκειται για ένα (ακόμη) μυθιστόρημα του τρεμάμενου σώματος που γυρεύει την λυτρωτικό σπασμό του μέσα σε έναν κανόνα σκλαβιάς.   7. Στα Δάχτυλα Πάνω στο Σώμα της το αφηγηματικό διακύβευμα μοιάζει να είναι εξακολουθητικά η διαχείριση της εκφραστικότητας. Η Λία αγωνίζεται να βρει εκφραστική διέξοδο αυτά που καταλαβαίνει για τον εαυτό της σε μια διαρκή μάχη με τον κόσμο: την οικογένειά της, της φίλες της, το κοινωνικό της περιβάλλον, τους εραστές της και τις ερωμένες της, τους συντρόφους και τις συντρόφους της. Οι τέσσερις αντρικοί χαρακτήρες του μυθιστορήματος είναι τέσσερις εκδοχές της εκφραστικής αναπηρίας. Ο στερεοτυπικά χυδαίος Στάθης που βιάζει την μεθυσμένη Λία στην πρώτη της σεξουαλική επαφή, ο εξαιρετικά τρυφερός αλλά ανήμπορος να εκπληρώσει το ερωτικό αίτημα Παύλος, ο αστραφτερός (ιδανικός) σύζυγος Ορέστης που εν τέλει αποδεικνύεται συναισθηματικά λειψός και εκφραστικά κενός. Τέλος ο σπαρακτικός Λάμπρος Λυγερός, ο δεσποτικά υπερπροστατευτικός πατέρας της Λίας: το εκφραστικό του κενό είναι από τις πιο καίριες παραμέτρους του μυθιστορήματος – και αποκαλύπτεται ουσιαστικά μετά τον θάνατό του από καρκίνο, στην πραγματικά συγκλονιστική σκηνή όπου η Λία μαζεύοντας τα πράγματά του από το γραφείο του βρίσκει ένα κιβώτιο που μαζεύει επί χρόνια υλικό για την γυναικεία ομοφυλοφιλία, απόδειξη πως γνώριζε την αλήθεια για την ερωτική φύση της κόρης του, δίχως να την εκφράσει ποτέ.   8. Αντίθετα με τους άντρες του μυθιστορήματος, οι γυναικείοι χαρακτήρες μοιάζουν να αποτυπώνουν στάδια της πορείας προς την ταυτοτική/ερωτική χειραφέτηση. Η ανήμπορη να δει την πραγματικότητα Αντιγόνη, εγκλωβισμένη στο ασφυκτικό στερεότυπο της μεσοαστής μητέρας, η Στέλλα και η Ρίτα που μπορούν να καταλάβουν ως ερωτική επιλογή ό,τι θα επιβεβαιώσει τον εαυτό τους, η υπερερωτική Λήδα που μπορεί να διαισθανθεί ό,τι οι κοινωνικοί ρόλοι δεν της επιτρέπουν να εκφράσει, η συγκινητική λεσβία Γεωργία που μην μπορώντας να υποστηρίξει εκφραστικά την ομοφυλοφιλίας της αποδέχεται τον ρόλο του φρικιού, η απελευθερωμένη λεσβία ακτιβίστρια Άλκη, εντέλει εγκλωβισμένη κι αυτή στο στερεότυπο της μη συναισθηματικής δέσμευσης, η Φιλιώ, συνειδητή ομοφυλόφιλη, εντέλει η μόνη που μπορεί να ισορροπήσει στην εκφραστική διαχείριση της ταυτοτικής της χειραφέτησης. Μαζί με αυτές τις γυναίκες –και εντέλει πέρα από αυτές– η Λία Λυγερού ζει την διαδρομή από το κορίτσι που ζει στο αλαβάστρινο κέλυφος στη γυναίκα που (και αυτό, όχι τυχαία, θα γίνει μόλις στην τελευταία σελίδα του μυθιστορήματος) θα πάρει στα δάχτυλά της την αληθινή της ταυτότητα.   9. Τα Δάχτυλα Πάνω στο Σώμα της είναι ένα μυθιστόρημα της αφής και τους σώματος, της λαχτάρας του για τρυφερότητα, της ηδονής του που σπαρακτικά ζητούμε μέσα στην ματαιότητα μας, της βίας που επαπειλεί κάθε αυτόνομο τάνυσμα ελευθερίας. Η εύθραυστη Λία εντέλει θα επιβιώσει από βιασμούς, από ξυλοδαρμούς, από αποβολές, από το τσαλάκωμα του γάμου της, από το σκοτεινό υπόγειο της οικογένειάς της, από τα πνιγηρά προσωπεία των κοινωνικών ρόλων. Μα και σε αυτό το μυθιστόρημα θέσης, η λογοτεχνία εξακολουθεί να γιορτάζει: οι χαρακτήρες ισορροπούν σε μεταίχμια (κάποτε οριακά), τα αδιέξοδα αποκαλύπτονται σε σκηνές εξαιρετικής συγκινησιακής έντασης (ενδεικτικά μονάχα αναφέρω: ο βουβός χωρισμός Γεωργίας και Λίας με την φυγή της πρώτης, επειδή κατά τον ξυλοδαρμό τους δεν κατάφερε να παίξει τον ρόλο του άντρα, η αποκάλυψη του λεσβιακού αρχείου του Λάμπρου, η σκηνή της αποβολής στο κότερο της αστραφτερής κενότητας, οι ερωτικές σκηνές), η σταδιοποίηση της χειραφέτησης υποδεικνύεται όχι με μεγαλόστομες διακηρύξεις αλλά με περίπου αθέατες χειρονομίες. Και έτσι έχουμε ένα υψηλής λογοτεχνικότητας και υποδειγματικά αρθρωμένο μυθιστόρημα για την αγωνία της ερωτικής και αδιαίρετης ταυτότητάς μας, ένα βιβλίο που μπορούμε να το λογαριάσουμε για πολύτιμο δώρο (για να θυμηθώ τον τίτλο μιας παλιότερης συλλογής παραμυθιών του Κοντολέων). Πολύτιμο δώρο για μια κατακερματισμένη κοινωνία, πολύτιμο δώρο για την λογοτεχνία που παλεύει να μιλήσει για το παρόν, το διαρκές ζωτικό και αναξαγόραστο παρόν του τρεμάμενου σώματος.